Το μυικό σύστημα των δρομέων
Οι μύες του ανθρώπινου σώματος είναι πολλοί, περισσότεροι από 650. Είναι επίσης πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους γι’ αυτό χωρίζονται σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες, ενώ κάθε ένας είναι υπεύθυνος για συγκεκριμένες κινήσεις ή λειτουργίες. Όλοι μαζί όμως συνεργάζονται και παράγουν ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα της φύσης, την ανθρώπινη κίνηση. Για εμάς τους δρομείς, το «μεγαλείο» τους φανερώνεται στη δρομική κίνηση.
Κάθε μυς ανήκει σε μία συγκεκριμένη δομή, και όλοι μαζί ωθούν το σώμα προς τα εμπρός μεταβάλλοντας την ταχύτητα μεταφοράς του σώματος σύμφωνα με τις οδηγίες του εγκέφαλου. Ποιοι είναι όμως οι σημαντικότεροι δρομικοί μύες και ποιες ακριβώς είναι οι κινήσεις που κάνουν; Πόσο συνεισφέρει ο καθένας στο τρέξιμο και ποιοι επί σειρά ετών είναι οι κίνδυνοι που διατρέχουν αλλά και οι συχνότεροι τραυματισμοί; Ο χειρουργός ορθοπαιδικός αλλά και δρομέας Νίκος Μαρκέας, μας αναλύει τους δέκα σημαντικότερους μυς βοηθώντας μας να κατανοήσουμε τη λειτουργία τους, και δίνοντάς μας χρήσιμες συμβουλές για το πώς να αντιμετωπίσουμε τους τραυματισμούς τους αλλά και πώς να τους προφυλάξουμε.
Τα βασικά
Είναι γεγονός ότι η συστολή των μυών αποτελεί το κυρίαρχο φυσιολογικό συμβάν στη δρομική δραστηριότητα. Και είναι εξ ίσου γνωστό ότι η κατανόηση της ανατομικής κατασκευής και της λειτουργίας των μυών βοηθά στην πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων που συνεπάγεται ο τραυματισμός τους.
Όταν αναφερόμαστε όμως στους μυς πρέπει να αποσαφηνίσουμε εξ αρχής ποιους εννοούμε. Γιατί στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν τριών ειδών μύες: ο καρδιακός μυς, οι λείοι μύες που σχηματίζουν το μυϊκό τοίχωμα πολλών οργάνων (κυρίως του πεπτικού συστήματος) και οι γραμμωτοί ή σκελετικοί μύες που αποτελούν το αντικείμενο του παρόντος άρθρου. Το ανθρώπινο σώμα διαθέτει περισσότερους από 300 σκελετικούς μυς που είναι υπεύθυνοι για το 40% περίπου του σωματικού βάρους. Κάθε μυς περιέχει χιλιάδες μακρά και στενά κύτταρα (τις μυϊκές ίνες), τα οποία συναποτελούν τις μυϊκές δεσμίδες, που με τη σειρά τους συνθέτουν τη μυϊκή γαστέρα. Ο μυς συνήθως διαθέτει μία γαστέρα. Άλλοτε όμως έχει δύο (δικέφαλος), τρεις (τρικέφαλος) ή τέσσερις (τετρακέφαλος).
Υπάρχουν δύο τύποι μυϊκών ινών: οι ερυθρές ή τύπου Ι (καθορίζουν/ επηρεάζουν την αντοχή) και οι λευκές ή τύπου ΙΙ (καθορίζουν/επηρεάζουν την ταχύτητα). Οι ερυθρές μυϊκές ίνες αντλούν την ενέργεια που χρειάζονται από το οξυγόνο και τον αερόβιο μεταβολισμό της γλυκόζης. Αντίθετα οι λευκές μυϊκές ίνες αντλούν την ενέργεια που χρειάζονται από τη διάσπαση του γλυκογόνου και τον μεταβολισμό της γλυκόζης χωρίς την παρουσία οξυγόνου (αναερόβιος μεταβολισμός της γλυκόζης, διάσπαση φωσφοκρεατίνης).
Διακρίνονται σε τύπους ΙΙα και ΙΙβ. Οι πρώτες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ισχύ για μακρότερη χρονική περίοδο. Οι δεύτερες από παρόμοια ισχύ για βραχεία περίοδο.
Η αναλογία ερυθρών και λευκών μυϊκών ίνων στους σκελετικούς μύες είναι συνήθως ένα πρός ένα, μπορεί όμως και να διαφέρει ανά περίπτωση. Σε έναν δρομέα αντοχής επικρατούν οι ερυθρές ίνες, ενώ σε έναν δρομέα ταχύτητας επικρατούν οι λευκές. Η γνώση της αναλογίας των μυϊκών ινών στο μυϊκό σύστημα ενός δρομέα είναι καθοριστική για τον προσανατολισμό του στα αντίστοιχα αγωνίσματα. Όμως για να γίνει αυτό χρειάζεται βιοψία η οποία δεν είναι μία πολύ εύκολη διαδικασία γι’ αυτό το λόγο συνηθίζεται η επιλογή του αγωνίσματος κάποιου από μικρή ηλικία να γίνεται μέσα από ορισμένα ειδικά τεστ.
Στο άρθρο που ακολουθεί, θα αναφερθούμε στη λειτουργία των μεγάλων μυϊκών ομάδων, που θεωρούνται σημαντικές στην επιτέλεση έργου κατά τη δρομική δραστηριότητα. Θα επισημάνουμε επίσης τα συχνότερα προβλήματα που εμφανίζουν οι μυϊκές αυτές ομάδες, με μια σύντομη αναφορά στους τρόπους αντιμετώπισής τους.
1. Διάφραγμα – Κοιλιακοί
Το διάφραγμα είναι ο πλατύς θολωτός μυς που χωρίζει το εσωτερικό του θώρακα από αυτό της κοιλιάς. Οι κοιλιακοί μύες (ορθός, εγκάρσιος, λοξοί) καλύπτουν την πρόσθια επιφάνεια της κοιλιακής χώρας. Στους δρομείς, τόσο στους αρχάριους όσο και στους προχωρημένους, είναι αρκετά γνωστή η εμπειρία της «σουβλιάς» στη δεξιά κυρίως πλευρά της κοιλιάς, μιας ιδιαίτερα επώδυνης κατάστασης που εμφανίζεται συχνά (υπολογίζεται ότι συμβαίνει στο 70% των δρομέων τουλάχιστον μία φορά σε διάρκεια 12 μηνών) και για την οποία πολλοί λανθασμένα πιστεύουν ότι οφείλεται σε σπλαχνικά αίτια (συκώτι, χολή κλπ.). Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Ο πόνος αυτός οφείλειται σε σπασμό του μυός του διαφράγματος και οι παράγοντες που ενοχοποιούνται συνήθως γι’αυτό είναι η ελλιπής άσκηση, η απότομη αύξηση της έντασης, η αδυναμία των κοιλιακών, η χαμηλή θερμοκρασία του περιβάλλοντος, η υπερδιέγερση του αθλητή, η ελλιπής προθέρμανση και η λήψη τροφής και υγρών λίγο πριν την άθληση. Η καλύτερη μορφή προστασίας από την ανεπιθύμητη εμφάνιση της «σουβλιάς» είναι η εκγύμναση των κοιλιακών. Οι δρομείς οφείλουν να μάθουν να αναπνέουν με την κοιλιά (διαφραγματική αναπνοή). Οφείλουν επίσης να αποφεύγουν την άθληση για αρκετές ώρες μετά το κύριο γεύμα.
2. Λαγονοψοΐτης
Ο λαγονοψοΐτης είναι ο ισχυρότερος καμπτήρας μυς του ισχίου. Εκφύεται από τους οσφυϊκούς σπόνδυλους (ψοΐτης) και από την εσωτερική επιφάνεια της πτέρυγας του λαγονίου οστού της λεκάνης (λαγόνιος).
Καταφύεται στον ελάσσονα τροχαντήρα του μηριαίου οστού. Η συχνότερη επιβάρυνση του λαγονοψοΐτη είναι η φλεγμονή του ορογόνου θυλάκου που βρίσκεται κάτω από τον καταφυτικό του τένοντα, προκαλώντας πόνο στη βουβωνική χώρα. Συχνές αιτίες είναι το τρέξιμο σε ανηφόρες, η άσκηση με βάρη (με ταυτόχρονη κάμψη των γονάτων) και η λανθασμένη εκτέλεση ασκήσεων για τους κοιλιακούς (sit-ups).
Εκτός από τον περιορισμό της δραστηριότητας, στην επίλυση του προβλήματος συντείνουν τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα και οι ισομετρικές ασκήσεις για τους μυς που κινούν το ισχίο.
3. Τετρακέφαλος
Ο τετρακέφαλος είναι ο ισχυρός μυς που καλύπτει την πρόσθια επιφάνεια του μηρού. Στους δρομείς, ο μυς αυτός είναι δυνατόν να υποστεί θλάση εξ αιτίας αιφνίδιας και εκρηκτικής σύσπασής του στην εκκίνηση ενός αγώνα ταχύτητας ή κατά τη διάρκεια μιας διαλειμματικής προπόνησης με υψηλή ένταση.
Από τις κεφαλές του τετρακέφαλου (ορθός μηριαίος (α), έσω πλατύς (β), έξωπλατύς(γ), ενδιάμεσος πλατύς), τραυματισμό υφίσταται συνήθως ο ορθός μηριαίος.
Ο μυς αυτός εκφύεται από το λαγόνιο οστό της λεκάνης και καταφύεται κάτω από το γόνατο, με συνέπεια να δρα ως εκτείνων του γόνατος και ως καμπτήρας του ισχίου. Ο διπλός του ρόλος τον κάνει ιδιαίτερα ευάλωτο στις φορτίσεις. Οι θλάσεις του τετρακέφαλου είναι συχνές στους δρομείς. Ειδικά σε εκείνους που δε σέβονται τις βασικές αρχές της σωστής προπόνησης (επαρκής προθέρμανση, διατατικές ασκήσεις, σωστός εξοπλισμός ανάλογος με τις καιρικές συνθήκες, εναλλαγή μακρόκυκλων και μικρόκυκλων στην προαγωνιστική προετοιμασία, κατάλληλα υποδήματα). Αρκετά συχνά τα ψυχρά επιθέματα δεν επαρκούν. Οι ειδικές ασκήσεις (ισομετρικές, ισοτονικές, με ή χωρίς βάρη) έχουν αποδειχθεί ωφέλιμες για την έγκαιρη επανένταξη του δρομέα στο τρέξιμο. Ο ρόλος του φυσικοθεραπευτή στο σημείο αυτό είναι καταλυτικός. Ο γιατρός μπορεί να βοηθήσει με τη χορήγηση αντιφλεγμονωδών ή/και μυοχαλαρωτικών. Σπανίως επεμβαίνει χειρουργικά για να αφαιρέσει το συνυπάρχον αιμάτωμα.
4. Γλουτιαίοι
Από τους γλουτιαίους μυς (μεγάλος, μέσος και μικρός), ο σημαντικότερος για το τρέξιμο φαίνεται να είναι ο μέσος γλουτιαίος. Οι μύες αυτοί κινούν τα πόδια και επιτρέπουν την αλλαγή στάσης του σώματος (από την όρθια στην καθιστική και από την καθιστική στην ύπτια), ή την αλλαγή διασκελισμού στο τρέξιμο. Προσφύονται στον μείζονα τροχαντήρα στην εξωτερική επιφάνεια του άνω μέρους του μηριαίου οστού. Ανάμεσα στον τροχαντήρα και στον τένοντα των γλουτιαίων, υπάρχει ένας ορογόνος θύλακας που δρα ως αμορτισέρ και προστατεύει τόσο το οστό όσο και τον τένοντα. Στους δρομείς είναι συχνός ο ερεθισμός σε αυτήν την περιοχή, που καταλήγει συνήθως σε φλεγμονή του ορογόνου θυλάκου.
Τροχαντηρίτιδα υφίστανται συνήθως οι δρομείς που τρέχουν συχνά σε δρόμους ή σε ορεινά μονοπάτια με εγκάρσια κλίση. Αποτέλεσμα αυτής της συνήθειας είναι να επιβαρύνεται το σκέλος που βρίσκεται στην πλευρά του δρόμου ή του μονοπατιού με το μικρότερο ύψος. Οι γλουτιαίοι υποχρεώνονται να εργαστούν περισσότερο και η προσπάθεια αυτή καταλήγει σε άσκηση μεγάλων δυνάμεων στον τροχαντήρα, με συνέπεια τον ερεθισμό και τη φλεγμονή του. Ο περιορισμός των δραστηριοτήτων και η ανάπαυση είναι τα πρώτα βήματα της θεραπείας. Σημαντική βοήθεια προσφέρουν επίσης οι διατατικές ασκήσεις και οι ασκήσεις ενδυνάμωσης για τους γλουτιαίους, τα αντιφλεγμονώδη χάπια όταν το πρόβλημα βρίσκεται σε οξεία φάση, η εφαρμογή ειδικών πελμάτων ή οι τροποποιήσεις στα υποδήματα όταν συντρέχει ανατομικό πρόβλημα, η φυσικοθεραπεία και σε ειδικές περιπτώσεις οι τοπικές εγχύσεις κορτιζόνης.
5. Τείνων την πλατιά περιτονία
Ο τείνων την πλατιά περιτονία μυς είναι συνυφασμένος με αυτήν την περιτονία, που στη βιβλιογραφία είναι περισσότερο γνωστή ως λαγονοκνημιαία ταινία.
Συχνά στο τρέξιμο, η ταινία τρίβεται στον έξω μηριαίο κόνδυλο στην εξωτερική επιφάνεια του γόνατος (5α) (σύνδρομο τριβής της λαγονοκνημιαίας ταινίας).
Προδιαθεσικοί παράγοντες που οδηγούν στην επώδυνη αυτή κατάσταση, θεωρούνται η απότομη αύξηση του όγκου της προπόνησης σε σύντομο χρονικό διάστημα, το τρέξιμο σε σκληρή επιφάνεια ή σε κατωφέρεια, τα ακατάλληλα υποδήματα και διάφοροι ανατομικοί παράγοντες, όπως η πτώση της ποδικής καμάρας και τα ραιβά γόνατα. Από θεραπευτική άποψη, λύσεις προσφέρουν οι διατατικές ασκήσεις για τον μυ και τη λαγονοκνημιαία ταινία, τα θερμά επιθέματα, η σωστή επιλογή της επιφάνειας τρεξίματος και των υποδημάτων, καθώς και η χρήση ειδικών πελμάτων για τη διόρθωση της κοιλοποδίας ή της ραιβογονίας. Σε σπάνιες περιπτώσεις που το πρόβλημα επιμένει για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, υπάρχει και η λύση της χειρουργικής επέμβασης για επιμήκυνση της ταινίας.
Προδιαθεσικοί παράγοντες που οδηγούν στην επώδυνη αυτή κατάσταση, θεωρούνται η απότομη αύξηση του όγκου της προπόνησης σε σύντομο χρονικό διάστημα, το τρέξιμο σε σκληρή επιφάνεια ή σε κατωφέρεια, τα ακατάλληλα υποδήματα και διάφοροι ανατομικοί παράγοντες, όπως η πτώση της ποδικής καμάρας και τα ραιβά γόνατα. Από θεραπευτική άποψη, λύσεις προσφέρουν οι διατατικές ασκήσεις για τον μυ και τη λαγονοκνημιαία ταινία, τα θερμά επιθέματα, η σωστή επιλογή της επιφάνειας τρεξίματος και των υποδημάτων, καθώς και η χρήση ειδικών πελμάτων για τη διόρθωση της κοιλοποδίας ή της ραιβογονίας. Σε σπάνιες περιπτώσεις που το πρόβλημα επιμένει για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, υπάρχει και η λύση της χειρουργικής επέμβασης για επιμήκυνση της ταινίας.
6. Δικέφαλος μηριαίος
Ο δικέφαλος μηριαίος μυς (μαζί με τους ημιτενοντώδη και ημιμεμβρανώδη) καλύπτει την οπίσθια επιφάνεια του μηρού και λειτουργεί κατά κύριο λόγο ως καμπτήρας του γόνατος και κατά δεύτερο ως εκτείνων του ισχίου. Εκτός των άλλων είναι ο κύριος ανταγωνιστής του τετρακέφαλου. Οι απότομες εκκινήσεις στους αγώνες δρόμου ταχύτητας ή κατά τη διάρκεια μιας έντονης διαλειμματικής προπόνησης, προκαλούν τη βίαιη σύσπασή του που οδηγεί σε ρήξη, συνήθως μερική. Παρόμοιο αποτέλεσμα μπορούν να προκαλέσουν οι απότομες διατατικές ασκήσεις αλλά και η απότομη επιβράδυνση. Συχνότερα, όμως, τραυματίζεται από την – συνήθως – απότομη αύξηση της έντασης της προπόνησης ιδιαίτερα όταν δεν συνδυάζεται με επαρκή αποκατάσταση.
Υπάρχουν βέβαια και ορισμένοι προδιαθεσικοί παράγοντες για τη θλάση του δικέφαλου μηριαίου. Αυτοί είναι η ελλιπής ελαστικότητα του μυός, το ανεπαρκές ζέσταμα, η κόπωση που συνεπάγεται τη βράχυνσή του, η διαταραχή της ισορροπίας δυνάμεων ανάμεσα σε αυτόν και τον τετρακέφαλο κ.ά. Η θεραπεία της θλάσης του δικέφαλου μηριαίου μυός ακολουθεί τις ίδιες αρχές που διέπουν την αντιμετώπιση της θλάσης του τετρακέφαλου. Σημαντική κι εδώ είναι η συνεισφορά του καλού φυσικοθεραπευτή, ο οποίος με την κατάλληλη μεθοδολογία θα τονώσει την αιμάτωση του μυός, θα ανακουφίσει τα ενοχλήματα και προοδευτικά θα βοηθήσει στην ανάκτηση της ελαστικότητας και της δύναμης του τραυματισμένου μυός. Ο ρόλος του γιατρού είναι συνήθως υποβοηθητικός. Προληπτικά λειτουργεί η καλή ελαστικότητα του αλλά και η ταυτόχρονη ενδυνάμωσή του. Στο κομμάτι της ενδυνάμωσης ωστόσο, θα πρέπει να δίνεται προσοχή και στη διατήρηση της σωστής αναλογίας της δύναμης ανάμεσα σε τετρακέφαλους και δικέφαλους (60-40) καθώς όταν διαταράσσεται συνήθως εμφανίζεται κάποιος τραυματισμός.
7. Γαστροκνήμιος
Ο γαστροκνήμιος θεωρείται κατ’ εξοχήν δρομικός μυς. Εκφύεται από το κατώτερο άκρο του μηριαίου οστού, πάνω από το γόνατο, καλύπτει την οπίσθια επιφάνεια της κνήμης (δίνοντας στη γάμπα το χαρακτηριστικό της σχήμα) και καταλήγει στον αχίλλειο τένοντα που με τη σειρά του καταφύεται στην πτέρνα. Κυριότερος τραυματισμός του είναι η θλάση που λαμβάνει χώρα συνήθως στο σημείο όπου η γαστέρα του μεταπίπτει στον αχίλλειο τένοντα.
Γίνεται εύκολα αντιληπτή εξ αιτίας του έντονου και αιφνίδιου πόνου, που δίνει την εντύπωση στον δρομέα ότι κάποιος πέταξε πέτρα στη γάμπα του ενόσω έτρεχε! Η πρώτη αντίδραση είναι η διακοπή του τρεξίματος, η εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων, η ελαστική περίδεση και η ανάρροπη θέση οι ενοχλήσεις να υποχωρήσουν. Η συμβολή του γιατρού έχει να κάνει σε πρώτη φάση με τη σωστή διάγνωση. Συχνά τοποθετεί κηδεμόνα και προτείνει την αποφυγή φόρτισης του σκέλους για 2-3 εβδομάδες. Οι ασκήσεις που θα ακολουθήσουν την αρχική φάση της θεραπείας, σκοπό έχουν την ενδυνάμωση του μυός και την αποκατάσταση της ελαστικότητάς του. Διατάσεις, ασκήσεις ελαστικότητας αλλά και περιστασιακή χαλάρωση του μυός είτε με μάλαξη είτε με παγοθεραπεία είτε με άλλες μεθόδους αποτελούν τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους πρόληψης δυσάρεστων τραυματισμών καθώς επίσης απαιτείται και σεβασμός στα πρώτα στάδια του τραυματισμού όπου απλά παρουσιάζονται ενοχλήσεις στο συγκεκριμένο σημείο.
8. Περονιαίοι
Η υπέρχρηση των περονιαίων (μακρού και βραχέος) μυών, που καλύπτουν την εξωτερική επιφάνεια της κνήμης, είναι αρκετά συχνή στους δρομείς. Περισσότερο επιρρεπείς θεωρούνται οι αθλητές με υπερπρηνισμό του ποδιού και ευκίνητες ποδοκνημικές αρθρώσεις. Το παρατεταμένο και εξαντλητικό τρέξιμο σε αυτούς τους δρομείς μπορεί να προκαλέσει σύνδρομο του έξω διαμερίσματος της κνήμης, το οποίο χαρακτηρίζεται από πόνο που αυξάνεται ευθέως ανάλογα με την ένταση της άσκησης, οίδημα, τοπική ευαισθησία και «μουδιάσματα» στη ράχη του ποδιού.
Ο δρομέας με συμπτώματα χρόνιου συνδρόμου του έξω διαμερίσματος της κνήμης, χρειάζεται να επιδείξει σοβαρότητα και συνέπεια στην τήρηση ορισμένων κανόνων. Οφείλει να αναπαυθεί και να εφαρμόσει θερμά επιθέματα στην πάσχουσα περιοχή. Πρέπει επίσης να τροποποιήσει την προπόνηση, χρησιμοποιώντας νέα υποδήματα με περισσότερη σταθερότητα και επιλέγοντας πιο μαλακή επιφάνεια τρεξίματος. Αποφεύγει τέλος την προπόνηση σε ανώμαλο ή κεκλιμμένο επίπεδο, ενώ φροντίζει τη σωστή προθέρμανση, δίνοντας έμφαση στις διατάσεις των περονιαίων μυών. Ο γιατρός μπορεί να ξεπεράσει ευκολότερα το πρόβλημα με τη χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων. Μπορεί επίσης να προτείνει ορθωτικά πέλματα για τη διόρθωση του υπερπρηνισμού. Σπάνια απαιτείται η χειρουργική σχάση της περιτονίας του διαμερίσματος για την απελευθέρωση των εγκλωβισμένων μυών.
9. Κνημιαίοι
Οι κνημιαίοι μύες (πρόσθιος και οπίσθιος) καλύπτουν την πρόσθια και οπίσθια επιφάνεια του οστού της κνήμης. Η λειτουργία τους σχετίζεται με την κίνηση και τη συγκράτηση του ποδιού, συμβάλλοντας τα μέγιστα στη δρομική δραστηριότητα. Η καταπόνησή τους οδηγεί σε επώδυνες καταστάσεις, όπως στα κατάγματα κόπωσης της κνήμης και της περόνης, σε σύνδρομο του προσθίου διαμερίσματος και στην περιοστίτιδα της κνήμης.
Οι αιτίες για αυτές τις επώδυνες καταστάσεις είναι γνωστές. Έχουν κυρίως ενοχοποιηθεί η απότομη αύξηση του όγκου της προπόνησης και ιδιαίτερα της χιλιομετρικής απόστασης που καλείται να καλύψει ο δρομέας μέσα στο εβδομαδιαίο του πρόγραμμα, η αλλαγή του είδους του τερέν, ή ένας τραυματισμός που αλλοιώνει τη δρομική κίνηση. Άλλοτε ευθύνονται διάφοροι ανατομικοί λόγοι, όπως η εξωτερική στροφή της κνήμης και ο υπερβολικός πρηνισμός του ποδιού. Συχνά, υπεύθυνες θεωρούνται ορισμένες «κακές συνήθειες», όπως το συστηματικό τρέξιμο σε κεκλιμμένο επίπεδο, ή σε δρόμους με πλάγια κλίση, ή με τα δάκτυλα και το πόδι σε πελματιαία κάμψη, ή φορώντας φθαρμένα και ακατάλληλα υποδήματα. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων που αναφύονται από τον τραυματισμό των κνημιαίων μυών, βασίζεται κυρίως στην αποφυγή των λαθών που οδηγούν σε αυτά. Η ορθολογική και χωρίς υπερβολές προπόνηση, η επιλογή ενός πιο φιλικού έδαφος για το καθημερινό τρέξιμο, καθώς και η αποφυγή των «κακών συνηθειών», μαζί με την αντικατάσταση των παλιών και φθαρμένων υποδημάτων, είναι «εκ των ων ουκ άνευ» για την παντελή εξαφάνιση των ενοχλήσεων.
10. Μακροί καμπτήρες των δακτύλων
Οι μακροί καμπτήρες των δακτύλων είναι δύο: ο ένας για το μεγάλο δάκτυλο και ο άλλος για τα υπόλοιπα τέσσερα δάκτυλα. Υπάρχουν και βραχείς καμπτήρες που βρίσκονται στην πελματιαία επιφάνεια του ποδιού, αλλά η συμμετοχή τους στη δρομική δραστηριότητα είναι εντελώς υποβοηθητική.
Η συμβολή των μακρών καμπτήρων στο τρέξιμο έχει προσφάτως αποδειχθεί. Σε μια εργασία που δημοσιεύτηκε πριν δέκα χρόνια στο βρετανικό περιοδικό Journal of Pediatric Orthopedics, οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι τα παιδιά που έφερναν καλές επιδόσεις στα δρομικά αθλήματα στους σχολικούς αγώνες είχαν όλα ένα κοινό χαρακτηριστικό: την έσω στροφή των σκελών.
Προκειμένου να δώσουν αξιόπιστη ερμηνεία στο φαινόμενο, υποστήριξαν ότι σε αυτές τις περιπτώσεις, εκτός από τον γαστροκνήμιο μυ, συμμετείχαν και οι μακροί καμπτήρες των δακτύλων τη στιγμή της εκκίνησης, καθώς και σε κάθε διασκελισμό. Ωστόσο, σε δρομείς που συνηθίζουν να τρέχουν σε σκληρή επιφάνεια (άσφαλτο ή τσιμέντο), ή σε όσους συνηθίζουν να στηρίζονται στο πρόσθιο μέρος του ποδιού, οι καμπτήρες μύες μπορούν να προκαλέσουν πλαστική παραμόρφωση της περόνης (πάνω στην οποία προσφύονται) και να την οδηγήσουν σε κάταγμα κόπωσης. Ο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας είναι η ανάπαυση. Όταν ο πόνος είναι ανυπόφορος, συνιστάται η μετακίνηση του τραυματισμένου δρομέα με πατερίτσες. Μερικοί προτιμούν την εφαρμογή γύψινου κηδεμόνα για 4 εβδομάδες, μέχρι να πωρωθεί το κάταγμα.
Δημοσίευση στο Runner νο 57, του Νίκου Μαρκέα, Χειρουργού Ορθοπαιδικού, Διδάκτωρ Ιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών.