Τα ψάρια αποτελούν μία από τις σημαντικότερες τροφές τη διατροφική αξία των οποίων είχαν ανακαλύψει εδώ και χιλιάδες χρόνια οι λαοί της Μεσογείου. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν επίσης και στην ελληνική διατροφή αλλά και παράδοση κάτι το οποίο είναι λογικό αν σκεφθεί κανείς την εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα των κατοίκων της και την αφθονία που παρείχε αυτή για την κάλυψη των διατροφικών τους αναγκών. Σήμερα η αξία τους αναγνωρίζεται και επιστημονικά κάνοντάς τα μία από τις βασικότερες τροφές για τη διατήρηση της καλής υγείας.
Υψηλή διατροφική αξία
Τα ψάρια παρέχουν στον οργανισμό πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας που είναι απαραίτητες για τη δόμηση των ιστών και την αποκατάσταση των φθορών τους, ενώ περιέχουν όλα τα είδη των λιπών (μονοακόρεστα, πολυακόρεστα και κορεσμένα). Αποτελούν επίσης πηγή πολλών βιταμινών, όπως είναι οι λιποδιαλυτές βιταμίνες (A, D, E, K), αλλά και οι υδατοδιαλυτές βιταμίνες του συμπλέγματος Β (όπως η Β1, η Β2 και η Β12) οι οποίες είναι σημαντικές τόσο για το μεταβολισμό των βασικών διατροφικών στοιχείων, όσο και για την υγεία του νευρικού συστήματος και των ερυθρών αιμοσφαιρίων.
Τέλος, τα ψάρια προσφέρουν πολύτιμα μέταλλα όπως ασβέστιο και φώσφορο, τα οποία – μαζί με τη βιταμίνη D – βοηθούν στην καλύτερη δόμηση των δοντιών και των οστών.
Υπερέχουν
Η φήμη ότι το κρέας των ψαριών υστερεί έναντι του κρέατος των θηλαστικών είναι εντελώς αβάσιμη. Τα ψάρια, όχι μόνο είναι εφάμιλλα σε βιολογική αξία, αλλά υπερτερούν σε μερικά σημεία (παρουσιάζουν π.χ. υψηλή περιεκτικότητα σε ιώδιο, ασβέστιο, φώσφορο, βιταμίνες Α και D και σε πρωτεΐνες μεγάλης βιολογικής αξίας).
Παράλληλα, το κρέας των ψαριών είναι πιο εύπεπτο από το κρέας των θηλαστικών, προσφέροντας εξίσου εκλεκτές γεύσεις.
Η βιοχημική σύνθεση των αλιευμάτων ποικίλλει όχι μόνο ανάμεσα στα είδη, αλλά και ανάμεσα σε άτομα ή ομάδες ίδιου είδους, γεγονός που οφείλεται στη γεωγραφική τους κατανομή, τη φυσικοχημική σύσταση του νερού στο οποίο ζουν, την εποχή, την ηλικία, το μέγεθός τους κ.λ.π.
Η σάρκα των αλιευμάτων και κυρίως των ψαριών χαρακτηρίζεται από υψηλή περιεκτικότητα πρωτεϊνών, εξαιρετική ποικιλία λιπών, ικανές ποσότητες βιταμινών, σημαντική ποσότητα ανόργανων αλάτων – κατά κανόνα μεγαλύτερη από την αντίστοιχη του κρέατος θηλαστικών και πτηνών – και νερό. Το νερό στη σάρκα των ψαριών είναι «βιολογικό νερό» και υπερτερεί σε αξία για τον ανθρώπινο οργανισμό από το αντίστοιχο φυσικό, πόσιμο νερό.
Τα θαλασσινά ψάρια είναι πιο θρεπτικά από εκείνα του γλυκού νερού, ενώ το αντίθετο ισχύει για την πεπτικότητά τους. Η περιεκτικότητα των αλιευμάτων σε νερό κυμαίνεται γενικά από 60% έως 90% και είναι αντιστρόφως ανάλογη της περιεκτικότητάς τους σε λίπος.
Η κύρια κατηγοριοποίηση των ψαριών γίνεται με βάση την περιεκτικότητά τους σε λίπος, η οποία τα διαχωρίζει σε:
Λιπαρά ψάρια:
Έχουν λίπος πάνω από 8%. Χαρακτηριστικά ψάρια της κατηγορίας είναι η σαρδέλα, ο σολομός, τα χέλια, ο τόνος κ.ά.
Ημιλιπαρά ψάρια:
Το λίπος τους κυμαίνεται μεταξύ 3% και 8%. Το σκουμπρί, ο κέφαλος και η ρέγγα είναι ψάρια αυτής της κατηγορίας.
Άπαχα ψάρια:
Το λίπος τους είναι μικρότερο του 3%. Τέτοια ψάρια είναι η γλώσσα, η τσιπούρα, ο βακαλάος, η πέρκα κ.ά.
Κατηγορίες ψαριών | Νερό (%) | Πρωτεΐνες (%) | Λίπη (%) | Τέφρα (%) |
Λιπαρά | 68,6 | 20 | 10 | 1,4 |
Ημιλιπαρά | 77,2 | 19 | 2,5 | 1,3 |
Άπαχα | 81,8 | 16,4 | 0,5 | 1,3 |
Οξέα, τα πολύτιμα συστατικά
Τα λίπη των θαλασσινών ψαριών είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, όπως τα Ω-3 τα οποία συμβάλλουν στη μείωση της χοληστερίνης και των τριγλυκεριδίων, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο την υγεία της καρδιάς και των αγγείων και, κατά συνέπεια, μακροζωία, καθώς μειώνουν τις πιθανότητες θρομβώσεων και εμφραγμάτων.
Συνεπώς, η καταλυτική σημασία των ψαριών στη μείωση των επιπέδων των λιπιδίων στον ανθρώπινο οργανισμό και στην αντίστοιχη ελάττωση των κρουσμάτων αθηροσκλήρωσης, τα καθιστά υπερπολύτιμη τροφή.
Χάρη στα συγκεκριμένα οφέλη οι διεθνείς οργανισμοί προτείνουν πως τα ψάρια, ειδικότερα τα λιπαρά, καλό θα είναι να καταναλώνονται 2 φορές την εβδομάδα.
Κρύβουν κινδύνους;
Τελευταία ακούγονται πολύ συχνά ανησυχίες σχετικά με τις συνέπειες στην υγεία λόγω του φορτίου των βαρέων μετάλλων και άλλων χημικών που μπορούν να «μεταφέρουν» τα λιπαρά ψάρια, και ιδιαίτερα ο σολομός.
Ειδικότερα, μελέτες έχουν δείξει πως συγκεκριμένα είδη ψαριών μπορεί να είναι επιμολυσμένα με μεθυλυδράργυρο, διοξίνες και πολυχλωριωμένα διφαινύλια (methylmercury, dioxins and polychlorinated biphenyls, PCBs). Αναφορά του 2003 από την Ομάδα Εργασίας για το Περιβάλλον στις ΗΠΑ (Environmental Working Group) αποκάλυψε πως ο σολομός που εκτρέφεται στην περιοχή περιέχει πολύ υψηλές ποσότητες των τοξικών PCBs.
Στον αντίποδα βρίσκονται τα αποτελέσματα μελέτης της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Harvard, σύμφωνα με την οποία τα οφέλη για την υγεία που προέρχονται από την κατανάλωση είτε φρέσκου είτε εκτρεφόμενου σολομού, ξεπερνούν κατά πολύ τους πιθανούς κινδύνους. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή Eric Rimm που διεξήγαγε την έρευνα, τα οφέλη είναι 300-1000 φορές περισσότερα από τους κινδύνους, κάτι που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πρόσληψη των ω-3 λιπαρών.
Τα ευχάριστα νέα αφορούν και για τη Μεσόγειο καθώς τα λιπαρά ψάρια που αλιεύονται σε αυτήν (όπως η σαρδέλα, η τσιπούρα, το φαγκρί, το μπαρμπούνι, ο κολιός, η γόπα κ.ά.) έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής με αποτέλεσμα να έχουν λιγότερες πιθανότητες να αποθηκεύσουν υψηλές ποσότητες τοξικών ενώσεων.
Σημαντικό ρόλο στη λήψη των ω-3 λιπαρών οξέων είναι και ο τρόπος μαγειρέματος των ψαριών τα οποία είναι καλύτερο να καταναλώνονται ψητά ή βραστά. Το τηγάνισμα καταστρέφει ένα μεγάλο μέρος αυτών των πολύτιμων για την υγεία λιπαρών οξέων γι’ αυτό καλό θα είναι να αναθεωρήσετε τις προτιμήσεις σας.
Eco friendly
Η κατανάλωση μιας ποικιλίας διαφορετικών ειδών ψαριών εκτός από την υγεία είναι ευεργετική και για το περιβάλλον. Με αυτόν τον τρόπο περιορίζεται η πιθανότητα να προκληθεί τοξικότητα στο άτομο από την αποκλειστική κατανάλωση ενός συγκεκριμένου είδους ψαριού, ενώ παράλληλα οι συνέπειες για το οικοσύστημα δεν είναι τόσο καταστροφικές όσο στην περίπτωση εκείνη όπου ο καθένας καταναλώνει ένα συγκεκριμένο μόνο είδος ψαριού.
Μπαμπαρούτση Ειρήνη, PhD Κλινική Διαιτολόγος – Αθλητική Διατροφολόγος, Επιστημονική υπεύθυνη διαιτολογικού γραφείου «ΘΕΡΜΙΔΑ» (www.thermida.com).