Στην κανονική μου ζωή είμαι online manager. Φοράω γυαλιά, μιλάω με πολύπλοκα ακρωνύμια στα αγγλικά, τα οποία χρειάζονται μεταφραστή για να γίνουν κατανοητά από οποιονδήποτε εκτός του χώρου, είμαι συνέχεια σε «meetings» και είμαι αυτή που θα προσγειώσει τους γύρω της και τις πρωτότυπες ιδέες τους, γιατί «δεν είναι δομημένη έτσι η βάση μας αυτήν την στιγμή».
Συγχρόνως, είμαι όλη την ώρα online, αφού είναι βασικό μέρος της δουλειάς μου. Ανά πάσα στιγμή ξέρω ποιες online διαφημίσεις βγήκαν στον αέρα, ποιος διαγωνισμός, ποιο video στο youtube, ποια φωτογραφία στο instagram, με τι ασχολείται ο κόσμος στο facebook, στο twitter, τι τον ενοχλεί και τι του αρέσει. Όταν φεύγω από το γραφείο, όμως, αφήνω πίσω το σπασικλάκι και σαν άλλος Κλαρκ Κεντ, γίνομαι ένας superman. Ή τέλος πάντων μια superwoman. Το ασανσέρ του γραφείου γίνεται συχνά ο… τηλεφωνικός μου θάλαμος. Βγάζω τα γυαλιά, φοράω το καρδιοσυχνόμετρο, φοράω και το κολάν μου (εντάξει αυτό το φοράω σε κάπως πιο διακριτικούς χώρους) και μόλις τα πόδια μου βολευτούν στα αθλητικά μου παπούτσια, αρχίζω το τρέξιμο.
«Πού βρίσκεις το κουράγιο τέτοια ώρα;» «Πώς αντέχεις;» «Πού θα πας νυχτιάτικα;» με ρωτάνε οι συνάδελφοί μου και εγώ προσπαθώ να καταλάβω γιατί αναρωτιούνται. Πώς γίνεται να προτιμούν μετά το γραφείο να κλειστούν πάλι στους τέσσερις τοίχους ενός σπιτιού, ή να αναπνεύσουν τον αέρα κονσέρβα μιας καφετέριας, ή να περπατήσουν φορώντας άβολα παπούτσια σε ένα εμπορικό; Όλοι έχουμε πολλές υποχρεώσεις, αλλά εγώ όταν βρίσκω λίγο χρόνο, βάσει του μέρους που βρίσκομαι, ξέρω πού να κατευθυνθώ για να τρέξω. Και βρίσκω πάντα και παρέα.
Γιατί δεν το κάνουν και αυτοί; Μήπως απλώς δεν ξέρουν πώς; Μήπως, σκέφτομαι, δεν έχουν δει τι υπάρχει εκεί έξω; Στο κάτω-κάτω κι εγώ παλαιότερα το άλσος Συγγρού δεν το ήξερα. Ο Υμηττός για εμένα είχε μόνο κάτι κεραίες και τα μονοπάτια της Πάρνηθας νόμιζα ότι δεν υπήρχαν. Η λίμνη του Λάδωνα δεν ήταν για κολύμπι και ο Όλυμπος και ο Κίσσαβος δεν ήταν για τρέξιμο. Και πολύ παραπέρα; Το Σινικό Τείχος, δεν ήταν για τρέξιμο. Ούτε βέβαια ο Βόρειος Πόλος και η Σαχάρα. Το Μαρόκο δεν ήταν για ορειβατικό σκι. Και η Σκωτία δεν ήταν για τρίαθλο. Τώρα πια, όμως, ξέρω. Το πορτ μπαγκάζ μου έχει πάντα τα αθλητικά μου ώστε να μη χάνω ευκαιρία. Και πώς ξέρω; Από περιοδικά. Από φίλους. Από γνωστούς. Αλλά κυρίως από το Internet. Από φωτογραφίες που σκάνε στον υπολογιστή μου και στο τηλέφωνό μου 24 ώρες το 24ωρο και με κάνουν να ονειρεύομαι. Να ονειρεύομαι πότε θα βρεθώ από την πιο απλή προπόνηση στο γηπεδάκι της γειτονιάς μου με καλή παρέα, μέχρι την πιο εξωτική διαδρομή στα βάθη της Ασίας.
Κάποιος άλλος, όχι αναγκαστικά περισσότερο έξυπνος ή περισσότερο δυνατός από εμένα, τα κατάφερε. Και μου έστειλε μία φωτογραφία. 2GTBT, AAS, CTO. Κινέζικα; Επαγγελματικά ακρωνύμια; Όχι, είναι τα ακρωνύμια που συνοδεύουν τις φωτογραφίες που στέλνουν οι φίλοι ενώ τρέχουν. «Too Good to be True», «Alive and Smiling», «Check this Out» γράφουν και μου δείχνουν το δρόμο. Μου δείχνουν ότι είναι δυνατό και με προκαλούν να πάω κι εγώ. Και τελικά πάω. Όχι παντού. Όχι σε όλα όσα θα ήθελα. Αλλά κάθε μέρα είναι ένα καινούριο όνειρο και μια καινούρια προσπάθεια. Τώρα πια ξέρω και κάτι ακόμα.
Αυτό που παλαιότερα θεωρούσα ότι ήταν η κατάρα της δουλειάς μου, η απαίτηση να είμαι online και διαθέσιμη 24 ώρες το 24ωρο, αποδείχθηκε ένα πολύτιμο δώρο. Η κοινωνία της πληροφορίας, ωρίμασε. Ωρίμασα και εγώ μαζί της και έμαθα σιγά-σιγά να τη διαχειρίζομαι. Για μία σημαντική στιγμή μέσα στην ημέρα, τα εργασιακά ακρωνύμια θα εναλλαχθούν με τα φιλικά ακρωνύμια. Αυτή την πολύτιμη στιγμή που θα δω ένα μικρό ή μεγάλο κατόρθωμα ενός φίλου ή γνωστού να σκάει στον υπολογιστή ή το τηλέφωνο μου, θα προλάβω να ονειρευτώ το δικό μου κατόρθωμα. Γιατί όλοι κρύβουμε έναν superman μέσα μας, έτοιμο να βγάλει το κουστούμι του στο ασανσέρ, να φορέσει το κολάν του και να τερματίσει έναν μαραθώνιο σε ένα κατάμεστο Καλλιμάρμαρο.
Δημοσίευση στο Runner 67, της Χριστίνας Φωτεινοπούλου