«Μνήμες Σπαρτάθλου»

Δύο Σπαρταθλητές εξομολογούνται και μοιράζονται σκέψεις και συναισθήματα

Share

Λίγο καιρό μετά το Σπάρταθλον 2023 δύο Σπαρταθλητές ο Γιώργος Δημουλάς και ο Βασίλης Μπαμπανίκας εξομολογούνται και μοιράζονται σκέψεις και συναισθήματα στο ειδικό αφιέρωμα που είχε δημοσιευθεί στο Runner Magazine 140.

photo: Sparta Photography Club


Σπάρταθλον. Ένας αγώνας που γεννά αμέτρητες σκέψεις, συγκινήσεις και συναισθήματα σε όσους έχουν την τύχη να τον παρακολουθήσουν και αποτελεί ένα μοναδικό ταξίδι αυτογνωσίας και ενδοσκόπησης για όσους τολμήσουν να τον τρέξουν. Δύο δρομείς που έζησαν για πρώτη φορά φέτος τη μαγεία της συμμετοχής και του τερματισμού, ο Γιώργος και o Βασίλης, μοιράζονται μαζί μας μέσα από δύο πηγαία κείμενα τις σκέψεις τους, δύο μήνες μετά.

Γιώργος Δημουλάς, «Αντιμετώπισέ το σαν  έργο τέχνης»

Στις 1 Οκτωβρίου 2023 στις 7:13:44 έφτασα στο άγαλμα του Λεωνίδα στην Σπάρτη τρέχοντας για μια μέρα σχεδόν από την Ακρόπολη της Αθήνας.

Πώς άρχισαν όλα

Ξεκίνησα το τρέξιμο συστηματικά με προπονητή και εξατομικευμένο σε μένα πρόγραμμα από τον Φεβρουάριο 2021 (στη δεύτερη καραντίνα). Είχα αρκετό χρόνο τότε, μιας και οι καλλιτεχνικές παραγγελίες είχαν ελαχιστοποιηθεί εκείνη την περίοδο και κάπου έπρεπε να διοχετεύσω την ενέργειά μου.

Πριν απλά «ψαχνόμουν» σε διάφορες αποστάσεις του στίβου και κάνοντας τα challenge του ρολογιού μου.

Έτρεχα πάντα γιατί θεωρούσα ότι η καλή φυσική κατάσταση βοηθάει σε ό,τι δουλειά κι αν κάνεις. Στη δίκη μου που έχει αρκετή ορθοστασία, καθώς ζωγραφίζω τοιχογραφίες σε μεγάλα ύψη και ένα έργο μπορεί να διαρκέσει ακόμα και μέρες, η φυσική κατάσταση πάντα ήταν το πλεονέκτημά μου να αντέχω να δουλεύω περισσότερη ώρα και με μεγαλύτερη άνεση.

Με τον Δημήτρη Θεοδωρακάκο βρεθήκαμε τυχαία ένα βράδυ στο λιμάνι του Πειραιά καθώς έκανε την προπόνησή του και μετά από έξι μήνες (Φεβρουάριος του 2021) αποφάσισα να επικοινωνήσω μαζί του.

Δέχθηκε να γίνει ο προπονητής μου, και από τότε όλα ξεκίνησαν να ορίζονται διαφορετικά, η προσέγγιση να αλλάζει και οι στόχοι άρχισαν να μην φαίνονται ανέφικτοι.

Ή ζωγραφική με βοήθησε στο Σπάρταθλον.
Το αντιμετώπισα σαν ένα έργο που έπρεπε να ολοκληρωθεί, μιας και έχει αρχή και τέλος. Ήξερα ότι θα χρειαστεί να διαχειριστώ αρκετά προβλήματα που δεν θα τα είχα υπολογίσει παρόλο που σχεδόν για όλα είχαμε προετοιμαστεί εγώ και ο προπονητής μου που μου έκανε support σε όλο τον αγώνα.

Το Σπάρταθλον το άκουσα πρώτη φορά στο ντοκιμαντέρ «αέναος κινούμενος» του Γιάννη Κούρου το 2016 χωρίς ακριβώς να έχω καταλάβει τι είχε κάνει τότε, και πρώτη φορά το παρακολούθησα από κοντά το 2022. Ταυτίστηκα με τα λεγόμενά του για τον τρόπο αντιμετώπισης των αγώνων, μιας και ο ίδιος αντιμετωπίζει το τρέξιμο καλλιτεχνικά, κατά την άποψή μου. Έτσι, αγάπησα περισσότερο το τρέξιμο και απλοποίησα τις αποστάσεις στο μυαλό μου.

Έτρεξα πρώτη φορά τον Μαραθώνιο της Αθήνας το 2022 κάνοντας 2:40 και η επαφή μου με την άσφαλτο μου δημιούργησε τη σκέψη αν θα μπορούσα να πάω ακόμα πιο μακριά.

Έτσι, ένα απόγευμα του Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς που μιλούσα με τον Δημήτρη στο τηλέφωνο τον ρώτησα αν μπορούσα να τρέξω έναν αγώνα πρόκρισης για το Σπάρταθλον. Συμφώνησε, και έτσι ξεκίνησε το ταξίδι αυτό.

Μπήκα στον προκριματικό αγώνα των 120 χιλιομέτρων τον Δεκέμβριο του 2022 στην Ψάθα κερδίζοντάς τον, και το 2023 έκανα τα 50χλμ. στο Atromitos Ultra (πανελλήνιο ρεκόρ U23), το Tihio Stage Race 100χλμ. (δεύτερη θέση), τον Ολύμπιο Δρόμο 180χλμ. (πρώτη θέση), το Ζαγόρι Race 60χλμ. (πέμπτη θέση) φτάνοντας δυο μήνες πριν τον αγώνα στόχο.

Η πρόκριση ήταν μια ψυχοφθόρα διαδικασία, αλλά ήταν μόνο το πρώτο μέρος του αγώνα.

Η προετοιμασία το καλοκαίρι, αυξάνοντας οριακά το χιλιομετρικό όγκο, παράλληλα και με την επαγγελματική μου ενασχόληση ήταν αρκετά δύσκολη κάποιες μέρες, αλλά πολύ ενδιαφέρουσα γιατί έβλεπα έναν άλλο Γιώργο πλέον, μια μηχανή. Οι προπονήσεις ήταν σχετικά πιο αργές, αλλά πιο μεγάλες σε διάρκεια. Έτσι, γνώρισα καλύτερα την Ρώμη όπου δούλευα εκείνο το διάστημα και την Πελοπόννησο.

Γιώργος Δημουλάς

Όλα πήγαιναν πολύ καλά. Είχα πολύ ξεκάθαρα στο μυαλό μου τι πάω να κάνω, τακτοποιώντας όλες μου τις υποχρεώσεις σε κουτάκια, όπως και το μυαλό μου. Μέχρι που δυο εβδομάδες πριν τον αγώνα ένας πόνος στον αχίλλειο με έκανε να πηγαίνω για προπόνηση και να υποφέρω ακόμα και σε διάρκειες 50’ νιώθοντας πως όλη η προετοιμασία θα πήγαινε χαμένη. Με τις συμβουλές του προπονητή μου και το φυσιοθεραπευτή μου κ. Αγγελόπουλου το ξεπεράσαμε φτάνοντας στην εκκίνηση του αγώνα.

Νομίζω ήταν η πιο χαλαρή εκκίνηση που έχω κάνει έως σήμερα σε αγώνα. Άλλωστε ποιος βιάζεται να τρέξει 246χλμ.;

Μέσα στον αγώνα το μόνο που με δυσκόλεψε ήταν το θέμα του ύπνου το οποίο εντοπίσαμε και σε προηγούμενο αγώνα. Το δουλέψαμε στις προπονήσεις και το αντιμετωπίσαμε. Έτσι, προσπάθησα να μην σταματήσω καθόλου να κοιμηθώ, περπατούσα σαν να υπνοβατώ, και πέτυχε!

Η εμπειρία ήταν μαγική. Το να τρέχεις αυτά τα ατελείωτα χιλιόμετρα τις περισσότερες ώρες μόνος σου μαζί με τις σκέψεις σου κάτω από το φως της πανσελήνου ήταν μοναδικό. Τα δέχτηκα όλα όπως έρχονταν. Τον ανταγωνισμό, την ταπείνωση, την νύστα, τη ζέστη, το κρύο, την κούραση, την επιλογή που είχα κάνει…

Το πλεονέκτημα που ίσως έχω είναι οτι διαθέτω έντονη την αίσθηση του θανάτου στη ζωή μου. Νιώθω ότι οι ευκαιρίες που μας δίνονται τώρα που ζούμε είναι μοναδικές. Δεν ξέρεις αν αύριο θα έχεις τη δυνατότητα να κάνεις αυτό που μπορείς σήμερα.

Επίσης χρησιμοποιώ τους αγώνες για να προσεύχομαι περισσότερο και να επικοινωνώ με τον Θεό καθώς η διαδικασία με ταπεινώνει σχεδόν σε κάθε αγώνα. Άλλωστε, αυτός είναι και ο βασικός λόγος που ξεκίνησα το τρέξιμο, για να ισορροπώ στην έπαρση που μπορεί να σου δημιουργήσει η οποιαδήποτε επιτυχία στην ζωγραφική και να έρχομαι εις εαυτό. Δεν είμαι τίποτα περισσότερο από κανέναν άλλον.

Το μόνο που με άγχωνε ήταν ότι με ακολουθούσαν σε όλη τη διαδρομή πέραν του προπονητή μου κι άλλα άτομα και σκεφτόμουν αν θα είχαν κουραστεί τόσο «αργά» που πήγαινα. Τελικά αποδείχθηκαν όλοι πολύ δυνατοί!

Κάνοντας αρκετή υπομονή και διαιρώντας τον αγώνα σε πολλά μικρά κομματάκια έφτασα στην Σπάρτη.

Ήταν σαν ψέμα. Απλά τελείωσε. Ολοκληρώθηκε!

Η χαρά μου εκείνη την μέρα δεν ήταν απλά ότι κατάφερα να ολοκληρώσω το Σπάρταθλον και σε καλό χρόνο (9ος γενικής και 2ος Έλληνας), αλλά ότι ο Φώτης κατάφερε να κάνει το αδιανόητο, να τρέξει τον αγώνα σε 19 ώρες και 55 λεπτά.

Το συμπέρασμα; Μπήκα σε αυτήν τη διαδικασία για να μάθω τον εαυτό μου να προσέχει τι λέει και να μην παροτρύνει γι’ αυτό που θεωρεί σωστό τους άλλους. Και ακόμα, ότι τίποτα δεν γίνεται τυχαία. Οποίος και αν είναι ο στόχος σου, αν περιβάλλεσαι από ικανά άτομα (ο καθένας στον τομέα του) όλα μπορούν να είναι εφικτά.

Βασίλης Μπαμπανίκας

Βασίλης Μπαμπανίκας, «Όταν οι άλλοι πιστεύουν σε σένα, έχεις χρέος να πιστέψεις στον εαυτό σου»

Δύο μήνες μετά το Σπάρταθλον ακόμα νωπές οι μνήμες της ημέρας εκείνης. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Ποτέ δεν μου είχε περάσει από το μυαλό πως θα το έτρεχα. Μετά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ironman στην Κόνα-Χαβάη το 2018, έκλεισα έναν κύκλο συστηματικής προπόνησης και τον έκλεισα με ευγνωμοσύνη.

Η πρώτη μου επαφή με τον αγώνα αυτό έγινε συνοδεύοντας τον φίλο και προπονητή μου Δημήτρη Κασίμη το 2019. Ούτε όμως τότε δεν συνκινήθηκα! Είχα έναν σοβαρό τραυματισμό και το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να επανέλθω και να έχω μια ήπια καθημερινή άσκηση. Όταν το 2021 ακολούθησα σε όλο τον αγώνα τον Φώτη Ζησιμόπουλο κάτι άλλαξε μέσα μου και το 2022, ακολουθώντας πάλι τον Φώτη, τότε που έκανε την μεγάλη ανατροπή, πάρθηκε και η απόφαση να μπει στη «λίστα». 

Τα βήματα γνωστά για όποιον ενδιαφέρεται:

ΒΗΜΑ 1ο ► Aγώνας που σου καλύπτει το βασικό κριτήριο για να δηλώσεις συμμετοχή. Μιας και δεν είμαι βουνίσιος (ακόμα), επέλεξα τα 120χλμ. στην Ψάθα. Εκεί πήρα το βάφτισμα σ’ αυτό που όλοι αποκαλούν Υπεραπόσταση (Ultra Running). Δυνατή εμπειρία, διαφορετική από όλα όσα είχα κάνει. Εκεί κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι να είσαι «αργός».

ΒΗΜΑ 2ο ► Aίτηση συμμετοχής στο Σπάρταθλο.

ΒΗΜΑ 3ο ► Κλήρωση – 15ος επιλαχών-δηλ. οι πιθανότητες από απειροελάχιστες έως καθόλου.

Κάποια στιγμή και γύρω στις 20 Ιουλίου, δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον Πρόεδρο της Οργανωτικής Επιτροπής όπου με ρώτησε αν ενδιαφέρομαι ακόμα να συμμετάσχω μιας και είχαν προκύψει ακυρώσεις τελευταίας στιγμής. Ενώ ήμουν καταρχήν αρνητικός, όταν το συζήτησα με τον Δημήτρη και όταν μου έδωσε το πράσινο φως, δέχθηκα. Ούτε κι εγώ ξέρω πώς. Βαθιά μέσα μου, ωστόσο, ποτέ δεν είχα αποδεχθεί ότι δεν θα τρέξω Σπάρταθλο.

Η προετοιμασία

Η προετοιμασία κράτησε ακριβώς 50 μέρες, εκ των οποίων οι 15 ήταν οι πιο ουσιώδεις.

Διακοπές στο βουνό, πολλά υψομετρικά, σε κομμάτια της διαδρομής, η απόλυτη μοναξιά, η απόλυτη ηρεμία. Χρειάστηκε να συγχρονίσω το σώμα, τον νου, την ψυχή και το πνεύμα. Να βγάλω από μέσα μου τον καλύτερό μου εαυτό και να τον δαμάσω για τη μέρα εκείνη. Ίσως η καλύτερη προετοιμασία που έχω κάνει στη ζωή μου.

Η ομάδα υποστήριξης

Εξίσου σημαντική με την προετοιμασία ήταν και η επιλογή της ομάδας υποστήριξης. Φίλους έχω πολλούς μέσα από τον αθλητισμό τόσα χρόνια. Χρειαζόταν, όμως, να επιλέξω αυτούς που θα σέβονταν την επιλογή μου, θα ακολουθούσαν πέρα από τα όρια μου (γιατί θα χρειαζόταν να ξεπεράσουν και εκείνοι τα όριά τους μαζί μου), θα με φρόντιζαν και θα με ανέχονταν (γιατί κατά τη διάρκεια ενός τέτοιου αγώνα βρίσκεσαι Ενώπιος Ενωπίω και θυμώνεις μ’ αυτό που βιώνεις). Η πρόταση μου στον Αναστάση και στον Παναγιώτη έγινε αμέσως δεκτή. Μαζί τους προστέθηκαν ο Στρατής ( «Μπαμπά θέλω να έρθω κι εγώ στον αγώνα σου») και ο Παναγιώτης («Εγώ πατέρα θα έρθω να σας βρω την επόμενη μέρα το πρωί»). «Γίναμε», λοιπόν.

Η ώρα του αγώνα

Σάββατο 31 Σεπτέμβρη, ξημέρωμα, κάτω από το Ηρώδειο και τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.

Έτοιμος! Έτοιμος; Η πιστολιά σήμανε την αρχή μιας νέας περιπέτειας. Πλάνο αγώνα: Ήρεμα στο ξεκίνημα, σταθερό ρυθμό μέχρι τα Μέγαρα, σωστή ενυδάτωση και διατροφή, πρώτη στάση στην Αρχαία Κόρινθο, γιατί στους προηγούμενους σταθμούς συνήθως έχει πολυκοσμία. Γενικά, όσο πιο αργός είμαι, τόσο πιο μακριά θα με φθάσει το σώμα μου. Μετά θα εργασθεί το μέσα μου και πόσο πολύ θέλω να φθάσω στο Άγαλμα. Κάπως έτσι, τέλος πάντων, γιατί πάντα σχεδιάζεις και πάντα… αυτοσχεδιάζεις από ένα σημείο και μετά.

Η αρχή

Τα πρώτα 40χλμ. είχαν μέτριο βαθμό δυσκολίας, ήθελα χρόνο να προσαρμοστώ, το σώμα μου ήταν βαρύ λόγω υγρασίας, το τοπίο δεν βοηθούσε την προσαρμογή αυτή (αυτοκίνητα, κόρνες, καυσαέριο, βιομηχανική περιοχή κλπ.).

Κάποια στιγμή, περίπου στο 60ο χλμ, λίγο πριν τα διυλιστήρια, με βρήκε ο πρώτος τοίχος. Εμφανώς ταλαιπωρημένος, μου καρφώθηκε στο μυαλό η πεποίθηση πως αν είμαι έτσι τώρα, πώς θα συνεχίσω άλλα 186χλμ., και γιατί να το κάνω αυτό; Τί νόημα έχει για μένα; Άλλωστε δεν έχω να αποδείξω κάτι. Μείωσα ρυθμό, τίποτα όμως. Το μυαλό, προκειμένου να προστατεύσει το σώμα, άρχισε να βάζει εμπόδια. Μπήκα στην πλάνη, σταμάτησα και άρχισα να περπατάω και μονολογούσα μέσα μου, «τί νόημα έχει αυτό για σένα;». Χωρίς απάντηση βέβαια… Πήρα την απόφαση, λοιπόν, για πρώτη φορά στη ζωή μου, να παραδώσω το νούμερο. Χωρίς να το καταλάβω περπάτησα από σταθμό σε σταθμό, περίπου 2,5χλμ., και πήγα στην ομάδα μου να τους ενημερώσω. Όμως, φαίνεται λογάριαζα χωρίς τους ξενοδόχους. Κανείς τους δεν με άφησε, ενώ ο πιο διπλωμάτης, ο Αναστάσης, μου πρότεινε να δοκιμάσω να τρέξω πάλι μέχρι τον επόμενο σταθμό κι αν δεν μου βγει και πάλι, τα μαζεύουμε και φεύγουμε.

Επιστροφή στον αγώνα

Αυτό ήταν, μπήκα ξανά στη ροή του Αγώνα. Σταμάτησα να σκέφτομαι, απλά πορευόμουν. Ειδικά μετά τον Ισθμό που το τοπίο άλλαξε και η ματιά σου χανόταν στα περιβόλια, στα λιόδεντρα και στα μποστάνια, μπήκα στο στοιχείο μου. 

Φίλοι, γνωστοί, άγνωστοι να ενθαρρύνουν, να χειροκροτούν σε κάθε σταθμό, οι εθελοντές να είναι εκεί με όλη τους τη θετική ενέργεια. Σε κάθε σταθμό είχα κάτι να περιμένω, από φαγητό μέχρι μία καλή κουβέντα. Δεν κατάλαβα πότε νύχτωσε. Μέχρι να φθάσουμε στη βάση του βουνού είχε μια γλυκιά νύχτα, ίσως λίγο παραπάνω υγρασία, όμως ανεκτή έως τότε. Απίστευτη η αίσθηση να τρέχεις στα σκοτάδια, με το φως του φεγγαριού και ξάφνου να συναντάς, είτε τη φωτισμένη πλατεία του χωριού με κόσμο να σε περιμένει, είτε έναν μικρό πάγκο «λαϊκής» με λάμπα ασετιλίνης και απίστευτες λιχουδιές (τσάι του βουνού ζεστό, μηλόπιτα και καρυδόπιτα χειροποίητη, σταφίδες ντόπιες).  Μ’ αυτά και μ’ αυτά φθάσαμε αισίως στη βάση του βουνού. Εκεί θα αποχωριζόμουν για λίγο την ομάδα, βουνίσια ανάβαση μέχρι την κορυφή, μια ανάσα εκεί στο ψηλότερο σημείο της διαδρομής, μετά απότομη κατηφόρα και να σου η Νεστάνη και η Τεγέα. Πολλή υγρασία, πυκνή ομίχλη, αφού φανταστείτε ο φακός κεφαλής δεν βοηθούσε στην ορατότητα. Όμως, τί σημασία είχε; Ακόμη και στο σκοτάδι, υπέροχα και ευλογημένα μέρη. Άξιζε τον κόπο.

Ώσπου κάποια στιγμή, περίπου στο 194ο χλμ., ενώ πέρασα έναν σταθμό και προ μιας μεγάλης διάρκειας ανηφόρα, άκουσα μία κοπέλα να σημειώνει το νούμερο μου και να λέει πως είμαι 28ος γενικής. Δεν πίστευα στα αυτιά μου.

28ος ανάμεσα σε 390 στον πιο δύσκολο αγώνα υπεραποστάσεων και έχω μόλις 50χλμ. για να τερματίσω; Εκεί ξύπνησε το Εγώ μου και άρχισα να κάνω σχέδια για χρόνους, ρυθμούς, ποιοί είναι μπροστά μου, ποιοί είναι πίσω και όλα αυτά τα κοινότυπα. Τελειώνει η ανηφόρα όπου με βρίσκει το ξημέρωμα. Το σώμα μου είχε παραδώσει, όμως το μυαλό μου έδινε ακόμα εντολές για χρόνους, ταχύτητες και λοιπά. Αστείο. Αισθανόμουν σαν να είχε κατέβει ο γενικός, να ανέβαζα το ρελέ και να έπεφτε αμέσως. Αδιαθεσία, ζαλάδα, αστάθεια, νύστα και όλα… τα καλά. Σταματάω σ’ έναν σταθμό και λέω «κάτι δεν πάει καλά, σβήνω». Με βάζουν στην τέντα, με ξαπλώνουν και με αφήνουν να κοιμηθώ ακριβώς 2 λεπτά. Όταν με ξύπνησαν νόμιζα πως είχαν περάσει 5 δευτερόλεπτα. Εκεί καταλάβαμε πως χρειάζεται να ενισχυθώ με καφεϊνούχα σκευάσματα και αλάτι. Α, και πολύ περπάτημα!

Τελικά πόσο εύκολο είναι να σε ταπεινώσει ένας αγώνας και να σου θυμίσει πως το Εγώ όταν υψώνεται για ό,τι λαχταρά, σε πάει πολλά βήματα πίσω;

Ευτυχώς το κατάλαβα εγκαίρως, παρόλη τη θολούρα μου εκείνη τη στιγμή. Δεν άκουγα τις προτροπές τύπου «έλα πάμε, έχεις κάνει 220χλμ. και σου μένουν άλλα 26», ή «έλα έχεις φάει τον γάιδαρο», «έλα πάμε ο Λεωνίδας σε περιμένει». Δεν λειτουργούσαν μέσα μου. Απλά σταμάτησα να σκέφτομαι και να προχωρώ. Μέχρι να συναντήσω μια ευχάριστη σκέψη που θα με παρακινήσει. Δεν άργησε. Στο επόμενο σταθμό συναντώ έναν αγαπημένο μου φίλο. Με τον Στέλιο μαζί ξεκινήσαμε τρίαθλο πριν από 14 χρόνια. Ήταν μαζί με δύο άλλους αγαπημένους ανθρώπους. Και μαζί με τους υπόλοιπους. Ομάδα κανονική, convoy!

«Όταν οι άλλοι πιστεύουν σε σένα, έχεις χρέος να πιστέψεις στον εαυτό σου». Για σένα Στρατή, Παναγιώτη, Αναστάση, Παναγιώτη, Λυδία, Γιατρέ, Κωστή, Θανάση, Μπάμπα, Γαλάκο, Λου, Βασίλη, Παναγιώτη, Στέλιο, Στέλλα, Μαρία. Αλλά και για όλους εσάς που στερηθήκατε από τον χρόνο σας να με παρακολουθείτε, να νοιάζεστε και να μου στέλνετε θετική ενέργεια και αγάπη, θα φθάσω στο άγαλμα του Λεωνίδα.

Το μόνο που χρειαζόταν εκείνη τη στιγμή ήταν να πετάω μπροστά μου λίγα «καρότα» και να κυνηγάω, για να κρατάω το νου μου ξυπνητό. Για παράδειγμα να σπάσω τις 30 ώρες, χωρίς όμως αυτό να έχει σημασία.

Χωρίς πολλά λόγια, όμως. Πολλές φορές τα πιο δυνατά πράγματα δεν έχουν λόγια. Τι περισσότερες φορές η σιωπή είναι η πιο δυνατή έκφραση.

Να τη και η Σπάρτη, να το Άγαλμα, να και ο τερματισμός ενός υπέροχου βιωματικού ταξιδιού, γιατί μόνον έτσι το είδα, γιατί δεν θα μπορούσα αλλιώς. Άλλωστε, δεν υπάρχουν μικροί ή μεγάλοι αγώνες, αρκεί να τους δεις με τα μάτια της ψυχής.

Δημοσίευση στο Runner 140

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
TUI Rhodes Marathon: Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρόδο!
Η TUI ενισχύει την παγκόσμια αθλητική στρατηγική ως χορηγός τίτλου και συνεργάτης διανομής
Εκδηλώσεις της ΕΟΣΛΜΑΥ για τον ΑΜΑ 2024
Δείτε την ανακοίνωση της ομοσπονδίας
Back to Top
runnermagazine.gr
CLOSE
Μετάβαση στο περιεχόμενο