Παρά την προσωπική μου «εξάρτηση» και τον σαφή προσανατολισμό του σπιτιού, οι περισσότεροι από τους φίλους μου δεν τρέχουν. Υπάρχουν ορισμένοι που τρέχουν λίγα χιλιόμετρα στο πλαίσιο ενός γενικού προγράμματος γυμναστικής ή κάποιου σπορ, μα δεν είναι δρομείς συνεπείς και συστηματικοί. Κι υπάρχουν κι άλλοι που δεν κάνουν καν αυτό –που έχουν χωρίσει με κάθε μορφή κίνησης από κλίνης και τραπέζης. Λίγοι είναι οι πραγματικοί δρομείς –εκείνοι που θα μπορούσαν να με συνοδέψουν σε μια δρομική έξοδο στην πόλη ή στις εξοχές – κι αυτοί ήταν, με τη σειρά, πρώτα συν-δρομείς κι έπειτα φίλοι, όχι το ανάποδο.
Τούτων λεχθέντων, η αγάπη για τους δρόμους δεν ήταν ποτέ προϋπόθεση για τις φιλίες μου. Αντίθετα, θα μπορούσα να ισχυριστώ πως οι συνθήκες της δικής μου ζωής δεν δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για φιλίες δρομικές που κράτησαν στα χρόνια. Ποτέ δεν επέλεγα δρομείς για φίλους επί τούτου. Κάποτε υπήρχαν δρομείς που γίνονταν και φίλοι –μα παραδόξως αυτό δεν κράτησε ποτέ για πολύ, εντός ή εκτός δρόμων. Ίσως αυτό εξηγεί την αγάπη μου στις μοναχικές διαδρομές, ίσως και το ανάποδο.
Τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν φίλοι που αρχίζουν να ενδιαφέρονται για το τρέξιμο. Κάποιοι που περπατούν και σκέφτονται να προχωρήσουν σ’ ένα επόμενο στάδιο κι άλλοι που τρέχουν στο γυμναστήριο κι αναρωτιούνται πώς θα ήταν άραγε αν έβγαιναν στο δρόμο για να δοκιμάσουν κάποια χιλιόμετρα παραπάνω. Υπάρχουν κι άλλοι που δεν κάνουν τίποτα απολύτως, μα κάποια στιγμή τους χτυπάει την πόρτα κάποιο «πρέπει», συνήθως συνοδευόμενο από ένα «πώς έγινα έτσι» ή «δεν θέλω να είμαι άλλο έτσι».
Όποιο κι αν είναι το κίνητρο με ρωτούν αν γίνεται, αν μπορούν και πώς να ξεκινήσουν. Και, υπό όρους, απαντώ στερεότυπα: πως γίνεται και πως βεβαίως μπορούν, αν ξεκινήσουν από τα απλά κι αν αποδεχτούν κάποιες βασικές προϋποθέσεις που συναρτώνται με κάθε προσπάθεια. Κι έπειτα τους λέω πώς ξεκίνησα εγώ –με μια γερή δόση έμπνευσης από το άλλο μου μισό και με πολλή υπομονή. Πώς από τα τρία λεπτά πέρασα στα πέντε κι έπειτα από το ένα χιλιόμετρο στα πέντε, και στα δέκα, και στα πολλά. Κι αυτό για να εμπεδωθεί με παράδειγμα η δυνατότητα.
Το τρέξιμο δεν είναι δύσκολο. Είναι συνθήκη απλή. Μα χρειάζεται καταρχάς να θέλεις να δοκιμάσεις. Να μην σε κάμπτει η φαινομενική δυσκολία πριν, καν, αρχίσεις την προσπάθεια. Να αποδεχθείς πως η διαδρομή –όπως κάθε διαδρομή, στη μάθηση, στις σχέσεις και στις αναζητήσεις– χρειάζεται χρόνο. Και να είσαι πρόθυμος να δώσεις το χρόνο και να κάνεις την προσπάθεια, προσβλέποντας στο θετικό αποτέλεσμα μα χωρίς προσκόλληση σε αυτό.
Τις περισσότερες φορές, αρκεί η διάθεση. Να θέλεις να το κάνεις περιμένοντας κάτι καλό. Να λαχταράς την αλλαγή, είτε αυτή ξεκινά από ένα συναίσθημα θετικό, είτε προϋποθέτει την υπέρβαση ενός πόνου. Αρχή είναι πάντα η επιθυμία, η απόφαση. Αυτή βάζει τους στόχους, αυτή καθορίζει τη διαδρομή, αυτή βρίσκει στο DNA τα ψήγματα της υπομονής και της θέλησης για το επόμενο βήμα και την επόμενη φορά.
Για να δείτε θέματα ενδυνάμωσης-ευλυγισίας ειδικά για δρομείς πατήστε εδώ.
Μια αγαπημένη φίλη μου αρχίζει κάθε χρόνο παραπονούμενη επειδή ξανά δεν μπόρεσε να αρχίσει να γυμνάζεται, που επειδή ξανά δεν έβαλε μπρος για να αποκτήσει το σώμα που είχε κάποτε, χρόνια πριν. Ζητάει συμβουλές (τις ίδεις πάντα), θλίβεται για λίγο κι έπειτα μεταθέτει την επιθυμία της σε ευθετότερο χρόνο –σε μια άλλη στιγμή που θα είναι καλύτερα τα πράγματα και ιδανικότερες οι συνθήκες. Το έχω ακούσει τόσες φορές που δεν έχει νόημα να επαναλαμβάνομαι. Γι’ αυτό φέτος απάντησα στην κρίση της αυτομαστίγωσής της με μία μόνο φράση: «Για να μην το κατάφερες, φαίνεται πως δεν το θέλησες ακόμα αρκετά». Με κοίταξε δύσπιστα στην αρχή, μα με το χρόνο κατάλαβε. Και λίγες μέρες αργότερα μου έστειλε ένα σύντομο μήνυμα που έλεγε: «σήμερα έτρεξα το πρώτο μου χιλιόμετρο και σ’ ευχαριστώ».
Τη χάρηκα τη διαδρομή της –πολύ μεγαλύτερη από τη χιλιομετρική. Δικό μου δεν ήταν παρά ένα μικρό σπρώξιμο στον ώμο στην κατάλληλη στιγμή, ένα «ξεκίνα, τώρα». Με άλλα λόγια, ένα «μπορείς», αναίτια ζητούμενο από εξωτερικές πηγές για εσωτερικές διεργασίες και ταξίδια. Ένα «μπορείς», ένα «τώρα», ένα «αν το αποφασίσεις». Απλά υλικά. Σαν κάθε καινούργιο και κάθε δικό μας για να αρχίσει να ανθίζει.
Δημοσίευση στο Runner νο. 86, της Αγγελικής Κοσμοπούλου.