Από τη στήλη «Ιστορίες του Δρόμου» της Χριστίνας Φωτεινοπούλου με τίτλο: Εσείς είστε πρωινοί ή βραδινοί;
Για χρόνια οι δρομείς χωριζόμαστε σε δύο κατηγορίες: Σε αυτούς που προτιμούμε να τρέχουμε το πρωί και σε αυτούς που προτιμούμε να τρέχουμε το βράδυ. Η προτίμηση του κάθε δρομέα μπορεί να φτάσει σε τέτοιο σημείο που δρομείς, οι οποίοι έχουν συνηθίσει να τρέχουν είτε πρωί είτε βράδυ, δυσκολεύονται πραγματικά να προσαρμοστούν όταν οι συνθήκες τους αναγκάσουν να αλλάξουν το πρόγραμμά τους.
Οι πρωινοί δρομείς, είναι αυτοί που σηκώνονται από τα αξημέρωτα και πριν ακόμα φωτίσει ο ήλιος είναι έξω στους δρόμους και στα βουνά και προπονούνται. Το βασικό πλεονέκτημα που αναφέρουν είναι ότι το πρωί είναι ξεκούραστο το σώμα τους και έτσι αποδίδουν τα μέγιστα. Επίσης, ξεκινούν την ημέρα τους δυναμικά και με τον καλύτερο τρόπο, ώστε να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν όλα τα πιθανά εμπόδια. Και, φυσικά, προπονούνται όταν όλοι οι άλλοι κοιμούνται οπότε έχουν όλο τον δρόμο, στάδιο ή βουνό στη διάθεσή τους.
Στον αντίποδα, υπάρχουν οι βραδινοί δρομείς. Αυτοί οι οποίοι μέχρι να ξυπνήσει ο οργανισμός τους εντελώς χρειάζονται τρεις κούπες καφέ, ένα παγωμένο ντους και μία ώρα αποκατάσταση από το ξύπνημα, οπότε πηγαίνουν για τρέξιμο προς το τέλος της ημέρας. Τα βασικά πλεονεκτήματα που αναφέρουν οι βραδινοί δρομείς είναι ότι δεν τρέχουν μέσα στο άγχος το πρωί μήπως συμβεί κάτι και αργήσουν στις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους. Επίσης, το βράδυ μπορούν να πιέσουν όσο θέλουν τον εαυτό τους αφού δεν έχουν να ανησυχήσουν μήπως εξαντληθούν από την προπόνηση και δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στη δουλειά. Και τέλος, ολοκληρώνουν την ημέρα τους με τον πιο όμορφο, αλλά και χαλαρωτικό τρόπο.
Αυτή, λοιπόν, είναι η θεωρία και για χρόνια αναρωτιόμουν σε ποιόν τύπο δρομέα ανήκω, γιατί εγώ δεν έχω κάποια προτίμηση. Ιδίως τώρα που μεγάλωσα, τρέχω, όποτε μπορώ. Δεν με βολεύει κάτι περισσότερο από το άλλο, δεν έχει συνηθίσει το σώμα μου τη μία ώρα ή την άλλη, δεν βρίσκω κάποια διαφορά στις επιδόσεις μου, ενώ αντίθετα, απολαμβάνω τα πλεονεκτήματα και των δύο επιλογών.
Για εμένα, όμως, υπάρχει μία βασική προϋπόθεση που πολλοί άνθρωποι ντρέπονται να παραδεχτούν: Για να καταφέρω να τρέξω, να το απολαύσω, να μην τραυματιστώ και να έχει αποτέλεσμα η προπόνησή μου, πρέπει να έχω κοιμηθεί. Ο ύπνος είναι πολύτιμος και έχω μάθει, κυρίως, λόγω της στέρησης που φέρνουν οι υποχρεώσεις της μοντέρνας ζωής, να τον εκτιμώ ως τέτοιον. Όταν έχω κοιμηθεί, είμαι ο πιο θετικός δρομέας του κόσμου. Δεν λέω όχι σε οποιαδήποτε προπόνηση, τρέξιμο για πλάκα, σοβαρό τρέξιμο, τρέξιμο σε κάμπους, βουνά και λαγκάδια.
Και παρόλο που ως δρομέας με σεβασμό στην αξία της τακτικής προπόνησης, βάζω πρόγραμμα το οποίο προσπαθώ να ακολουθώ ευλαβικά, δεν διστάζω να αλλάξω την ώρα που θα προπονηθώ αν οι περιστάσεις μου αλλάξουν τον ύπνο. Αυτήν την αλλαγή, θα την κάνω χωρίς απογοήτευση, χωρίς θυμό, χωρίς τύψεις. Θα τη θεωρήσω αλλαγή λόγω «ανωτέρας βίας» οπότε και θα ακυρώσω την προπόνησή μου, θα πάω να ξεκουραστώ και θα κοιμηθώ και σαν πουλάκι.
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η ευελιξία και η αποδοχή που απέκτησα με την ηλικία και λόγω των υποχρεώσεων ως επαγγελματίας και ως γονιός, οδήγησαν στο να βγάζω περισσότερες και πιο ποιοτικές προπονήσεις απ’ όταν ήμουν πιο νέα, λιγότερο ευέλικτη, και με λιγότερες υποχρεώσεις. Και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό. Γιατί, όπως πλέον έχω καταλάβει μετά από τόσα χρόνια που τρέχω, αυτό που έχουμε να κάνουμε οι αθλούμενοι είναι να θυμόμαστε γιατί τρέχουμε.
Τρέχουμε πρωτίστως γιατί μας αρέσει, αλλά και για να διατηρήσουμε και να βελτιώσουμε την υγεία μας, ψυχική και σωματική. Τρέχουμε γιατί γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι για εμάς και για τους γύρω μας. Οπότε υγιής και ευτυχισμένος δρομέας, είναι ο δρομέας που καταφέρνει τελικά να τρέξει. Πρωινός ή μεσημεριανός, απογευματινός ή βραδινός, ή, όπως φιλότιμα προσπαθώ εγώ τα τελευταία χρόνια, απλά καλοκοιμισμένος δρομέας!
Δημοσίευση στο Runner Magazine 141, της Χριστίνας Φωτεινοπούλου