Γυρίζοντας πίσω, προχωράς

Από τη στήλη «Τρέχοντας» της Αγγελικής Κοσμοπούλου

Share

Είχα καιρό να τρέξω στον Εθνικό Κήπο μια ολόκληρη προπόνηση. Τα τελευταία χρόνια περνούσα από τα σκιερά μονοπάτια του για δυο-τρεις γύρους κι έπειτα συνέχιζα σε άλλες αστικές διαδρομές. Σταματούσα για λίγο να βρω δροσιά και να ανταλλάξω μια-δυο κουβέντες με φίλους, και προχωρούσα. Μα από τότε που μπήκε στη ζωή μας ο Choco, το γλυκό αδέσποτο κουτάβι που υιοθετήσαμε, ο Κήπος έγινε ξανά σημείο αναφοράς –αρχικά για εκείνον, για να αποκτήσει παρέα, κι έπειτα για μένα ξανά.

Έτσι βρέθηκα ένα πρωί νωρίς, μόνη και ελεύθερη, πριν καλά-καλά ξεκινήσει η ζωή στην πόλη, να τρέχω στα χωμάτινα μονοπάτια του.
Χωρίς πρόγραμμα, με σκοπό να καλύψω τη μία ώρα της συνηθισμένης μου προπόνησης. Ακολουθούσα τα μονοπάτια που ανοίγονταν μπροστά μου και στα σημεία που ενώνονταν και οι επιλογές πολλαπλασιάζονταν, διάλεγα εκείνο που έμοιαζε εκείνη τη στιγμή πιο θελκτικό. Έτσι πέρασα δίπλα από τη λίμνη και κάτω από τους ψηλούς φοίνικες της Αμαλίας, έτρεξα γύρω από το μεγάλο πουρνάρι, προσπέρασα τον ανδριάντα του δυστυχώς ξεχασμένου Εϋνάρδου και πέρασα στο πλάι του υπέροχου, κλειστού πια Βοτανικού Μουσείου. Μια δεξιά, μια αριστερά, χωρίς προσανατολισμό, οδηγημένη μόνον από την ομορφιά της στιγμής.

Κάποτε, όταν χόρτασα την ομορφιά, αποφάσισα να ακολουθήσω τις γνωστές διαδρομές του Κήπου –του ενός και των δύο χιλιομέτρων. Τις έχω κάνει αναρίθμητες φορές, χειμώνα και καλοκαίρι, σε χρόνια με καθημερινές και μεγάλες προπονήσεις, σε πολλά εικοσάρια και τριαντάρια άλλων ημερών. Μα όταν προσπάθησα εκείνη τη μέρα να τις οριοθετήσω, ήταν αδύνατον. «Μάλλον από εδώ θα είναι» σκεφτόμουν και ακολουθούσα το ένα μονοπάτι, «ας δοκιμάσω να πάω αριστερά» συνέχιζα, και η βόλτα συνεχιζόταν χωρίς όμως συντεταγμένη πορεία. Ήταν αδύνατον να θυμηθώ.

Την ώρα που ήμουν έτοιμη να τα παρατήσω, άκουσα πίσω μου βήματα. Έριξα το ρυθμό μου και άφησα έναν πιο αργό δρομέα να με προσπεράσει. Τον είχα ξανασυναντήσει εκείνο το πρωινό και έμοιαζε να ξέρει πού πηγαίνει. Έτσι κοντοστάθηκα και μόλις με προσπέρασε τον ακολούθησα.

Πραγματικά ήξερε πού πήγαινε. Χωρίς να αναρωτιέται ακολουθούσε με σταθερότητα τη μικρή διαδρομή. Ήξερε τα περάσματα και έβρισκε τον δρόμο του μέσα τους. Ήσυχη πια, με ανακτημένη την αίσθηση του προσανατολισμού, αφέθηκα. Θυμήθηκα ένα-ένα τα σημεία και την ιστορία τους –προπονήσεις, προετοιμασία, αλλοτινές δρομικές παρέες, το αποτύπωμα των χρόνων μου. Κι έπειτα, συνδέοντάς τα, ξαναθυμήθηκα σιγά-σιγά τη διαδρομή.

Όταν εκείνος τελείωσε την προπόνησή του, σταμάτησα κι εγώ και τον ευχαρίστησα. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί. Του είπα με δυο λέξεις πως με βοήθησε να ξαναθυμηθώ τη διαδρομή και πως γι’ αυτό τον είχα ακολουθήσει.

Φάνηκε να απορεί και ρώτησε πώς εκείνος, ο τόσο αργός, θα μπορούσε σε κάτι να ήταν χρήσιμος. Την αναγνώρισα ευθύς την ανασφάλειά του –το δέος του νέου απέναντι στον πιο προχωρημένο, του αργού στον πιο γρήγορο, του εμφανισιακά πιο αδιάφορου στον φαινομενικά πιο «αθλητικό». Είχα βρεθεί εκεί αρκετές φορές μέσα στα χρόνια.

Δεν ήταν ώρα και χώρος για συζήτηση. Μα αν μπορούσα, θα ήθελα να του πω πως αν θέλεις πραγματικά να μάθεις –στο τρέξιμο και στην υπόλοιπη ζωή– πρέπει να είσαι έτοιμος να πάρεις τα δώρα που έχει να σου δώσει ο καθένας.

Όχι μόνον οι αναγνωρισμένοι ως καλύτεροι από εσένα, αλλά κι εκείνοι που αντιλαμβάνεσαι ως «λιγότερους» από εσένα και τα επιτεύγματά σου. Όλοι έχουν κάτι να σου πουν, είτε ως παράδειγμα να μιμηθείς είτε ως κάτι που πρέπει να αποφύγεις. Και, καθώς η εγγενής απόκλιση από τους μεγάλους αθλητές κάνει συχνά απαγορευτική την προσπάθεια να τους ακολουθήσουμε στα περισσότερα, είναι από τους μέσους και τους μικρούς που συνήθως μαθαίνουμε.

Από τους δρομείς σαν εμάς και τους λίγο καλύτερους από εμάς, μαθαίνουμε συνήθως τα πρακτικά. Θα μάθουμε πώς να γίνουμε πιο γρήγοροι και πώς να εμπλουτίσουμε τις διατάσεις μας, θα συζητήσουμε για προγράμματα και θα μάθουμε διαδρομές. Η εμπειρία τους θα μας παρασύρει στο δικό μας επόμενο στάδιο.

Μα από τους πιο αργούς θα μάθουμε το σημαντικότερο, αυτό που κάποτε ξεχνάμε με τα πολλά χιλιόμετρα: γιατί τρέχουμε.

Παρακολουθώντας τους, μιλώντας μαζί τους, αντλώντας από τον ενθουσιασμό τους, θα αναπολήσεις τη δική σου αρχή, θα θυμηθείς τι σε πρωτοέβγαλε στο δρόμο, θα αναγνωρίσεις τις δικές σου κατακτήσεις. Και από τη δική τους αφετηρία, την προσπάθεια που συχνά δεν έχει ακόμα ορατά επιτεύγματα, θα επιστρέψεις στα πιο μαγικά στοιχεία του τρεξίματος: τη διάθεση να προχωράς, τη θέληση να εξελίσσεσαι, τη δυνατότητα να πηγαίνεις όλο και πιο πέρα, την πίστη στις δυνάμεις σου που κάνουν το στόχο κατάκτηση. Γυρίζοντας πίσω, προχωράς –κι ας μη φαίνεται πάντα εκ πρώτης.

Δημοσίευση στο Runner 107, της Αγγελικής Κοσμοπούλου    

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Σήφης Τζουγανάκης
O πρώτος μεταμοσχευμένος δρομέας που έτρεξε τον Αυθεντικό Μαραθώνιο
Η επόμενη ημέρα
Από τις «Ιστορίες του δρόμου» της Χριστίνας Φωτεινοπούλου
Mία συγκινητική ιστορία
O μαραθωνοδρόμος Γιώργος Μαυρομάτης μας αφηγείται μία προσωπική του ιστορία για έναν μαραθώνιο
Back to Top
runnermagazine.gr
CLOSE
Μετάβαση στο περιεχόμενο