Πριν από πολλά, πολλά χρόνια, όταν ακόμα ήμουνα στο λύκειο (πολλά χρόνια είπαμε, τι θέλετε τώρα;) είχα πάει με τον πατέρα μου για τρέξιμο στον Υμηττό. Θυμάμαι ότι στον δρόμο προς τα εκεί ήμουν εξαιρετικά χαρούμενη και υπερήφανη που ο πατέρας μου, όντας αθλητής, θα έβλεπε επιτέλους πόσο καλή φυσική κατάσταση είχα κι εγώ, οπότε ανυπομονούσα γι’ αυτήν την καινούρια εμπειρία.
Μέχρι τότε, δεν είχα τρέξει ποτέ στη ζωή μου στο βουνό, αλλά έτρεχα για προθέρμανση στο μάθημα της γυμναστικής στο σχολείο και ήμουν πεπεισμένη ότι δεν θα είχα κανένα, μα κανένα πρόβλημα. Μετά από το πρώτο κιόλας λεπτό όμως, διαπίστωσα ότι δεν μπορούσα να τρέξω αφού μου είχε κοπεί η αναπνοή και με είχε πιάσει η «σπλήνα» μου. Απίστευτα στενοχωρημένη αλλά και εκνευρισμένη για την τόσο μεγάλη αποτυχία μου, είχα πιστέψει ακράδαντα ότι το τρέξιμο δεν με «πάει» και είχα αποφασίσει ότι θα ασχοληθώ με άλλα, πιο συμβατά με εμένα αθλήματα.
Λίγα χρόνια μετά, όταν πια ήμουν στο πανεπιστήμιο και έβλεπα τον κόσμο γύρω μου να τρέχει, είχα αποφασίσει να αρχίσω να τρέχω κι εγώ για να έχω καλή φυσική κατάσταση τον χειμώνα για το αγαπημένο μου σκι. Μετά από μόλις δύο φορές, άρχισε να πονάει το γόνατό μου και αποφάσισα να πάω σε έναν γιατρό να με δει. Τότε διαπίστωσα ότι είχα σπάσει και κόψει διάφορα πράγματα εκεί μέσα και μπήκα εσπευσμένα για εγχείρηση.
Μόλις τελείωσα, άρχισα φυσιοθεραπείες αλλά οι αυστηρές οδηγίες του γιατρού ήταν να μην τρέξω ποτέ και φυσικά να ξεχάσω το σκι.
Ευτυχώς τις οδηγίες σχετικά με το τελευταίο τις ακολούθησα μόνο για έναν χρόνο, αφού έβλεπα άλλους γονατο-εγχειρισμένους να σκιάρουν με επιγονατίδες. Δυστυχώς όμως το τρέξιμο δεν είχε την ίδια τύχη καθώς είχε καταγραφεί στην μνήμη μου σαν κάτι κακό για τα γόνατα και άρα απαγορευμένο για εμένα την διπλά, τώρα πια, εγχειρισμένη. Τα χρόνια συνέχισαν να περνάνε με πολύ διάβασμα, καθιστική ζωή με κάποιες χειμερινές εξάρσεις αθλητισμού και πολύ πόνο στις αρθρώσεις μου, χωρίς να καταλαβαίνω το γιατί. Μετά ξεκίνησε η δουλειά και σύντομα ακολούθησε και η ζωή στο εξωτερικό όπου και πάλι είπα να δοκιμάσω καμία φορά να τρέξω, αφού είχα αρχίσει να διαβάζω για τα εξαιρετικά οφέλη του τρεξίματος στη διάθεση, στον μεταβολισμό, ακόμα και στη μέση και στις αρθρώσεις.
Έτσι μία ωραία ημέρα αποφάσισα να βγω στη χιονισμένη βόρεια Αγγλία που ζούσα για να δοκιμάσω να τρέξω. Και πάλι, μετά από μόλις πέντε λεπτά εισπνοής του παγωμένου αέρα είχε καεί ο λαιμός μου και τα πνευμόνια μου, με είχε πιάσει πάλι η «σπλήνα» μου, νόμιζα ότι θα σπάσει η καρδιά μου και το χειρότερο από όλα, είχα σουβλιές στο γόνατό μου. Αυτό ήταν – είχα πια τελεσίδικα αποφασίσει ότι το τρέξιμο δεν ήταν για εμένα.
Σε αυτή μου την απόφαση είχαν όλα αυτά τα χρόνια, συμβάλει οι συνήθεις παράγοντες που επηρεάζουν τις σοβαρές αποφάσεις της ζωής μας. Οι εμπειρίες μου, οι γιατροί που ρωτούσα, οι γνώμες γνωστών και φίλων, ακόμα και η τηλεόραση και τα περιοδικά που συχνά ξεχνάμε πόση δύναμη ασκούν πάνω μας.
Ευτυχώς όμως για εμένα τα ‘φερε έτσι η ζωή που δοκίμασα μία τελευταία επιτυχημένη φορά και από τότε δε σταμάτησα να τρέχω, σταμάτησα όμως να πονάω. Στη διαδρομή της εκμάθησης του πώς να τρέχω χωρίς να με πιάνει η σπλήνα μου, να πονάνε τα γόνατά μου και να μου κόβεται η ανάσα, δε σταμάτησα να αμφιβάλλω για την ορθότητα των πράξεών μου. Όπως όμως σιγά-σιγά είχα γεννήσει τις λανθασμένες πεποιθήσεις μου σχετικά με το τρέξιμο, έτσι σιγά-σιγά άρχισα και να τις σκοτώνω. Μία, μία, δυσκολότερα από ό,τι τις απέκτησα αλλά με σύμμαχους τους ίδιους παράγοντες που τις είχαν γεννήσει. Τις νέες εμπειρίες μου, τους σωστούς αθλητίατρους, τους αθλούμενους φίλους, τα υπεύθυνα περιοδικά και βιβλία.
Και σε αυτήν τη διαδρομή έγινα συχνά εγώ η ίδια, η φίλη ή η γνωστή που είχε τις γνώσεις, τις εμπειρίες αλλά και την άποψη γιατί το τρέξιμο μπορούσε να ήταν το σωστό άθλημα για πολλούς ανθρώπους.
Ποιος άλλος θα μπορούσε άλλωστε να ήταν ο πιο κατάλληλος άνθρωπος για να συμβουλέψει τους φίλους του σχετικά με το τρέξιμο πέρα από εμένα; Εγώ στο κάτω-κάτω το είχα ήδη απαρνηθεί τελεσίδικα τρεις ολόκληρες φορές!
Δημοσίευση στο Runner νο 51, της Χριστίνας Φωτεινοπούλου.