Σήμερα θα ήθελα να σας πω ένα παραμύθι. Ένα από αυτά που χρειαζόμαστε καμιά φορά για να ηρεμήσουμε μετά από όλα αυτά που βλέπουμε στις ειδήσεις και ζούμε στη δύσκολη καθημερινότητά μας. Ένα γλυκό, χαρούμενο, δρομικό παραμύθι με υπέροχο τέλος. Έτσι για να σας φτιάξει την ημέρα σας και να χαμογελάσετε.
Πριν από πολλά-πολλά χρόνια, λοιπόν, σε ένα μακρινό βασίλειο, ζούσε μια χαρούμενη κοπέλα. Το βασίλειο που ζούσε, ήταν το πιο όμορφο σε όλη την οικουμένη. Είχε πανέμορφα ψηλά βουνά και θάλασσες με κρυστάλλινα νερά. Είχε ορεινά κουκλίστικα χωριά παντού και νησιά με μαγικές ακτές. Και όσο για τα ζώα, τα πουλιά και τα φυτά δεν υπήρχαν όμοιά τους πουθενά. Η κοπέλα τα έβλεπε όλα αυτά από το παράθυρό της και δεν μπορούσε να μένει κλεισμένη μέσα. Έτσι, γρήγορα στην ζωή της αποφάσισε ότι ήθελε να τρέχει παντού. Φόραγε τα δρομικά της παπούτσια κάθε μέρα μετά την δουλειά και έπαιρνε τους δρόμους, τα βουνά και τα λαγκάδια. Τα πρώτα χρόνια ο κόσμος γελούσε μαζί της. Και της έλεγαν ότι αν δεν αλλάξει μυαλά και αν δεν φορέσει φορέματα αντί για κολάν και δεν φτιάχνει τα μαλλιά της όμορφα αντί να τα πιάνει κοτσίδα και να τα κρύβει κάτω από καπέλα, θα μείνει μόνη της σε αυτήν την ζωή. Και περνάγανε τα χρόνια και η κοπέλα δεν άλλαζε μυαλά. Μερικές φορές κοίταζε έξω από το παράθυρό της και όταν έβλεπε ότι όλοι οι άλλοι δεν ήταν μόνοι τους, στενοχωριόταν. Και δοκίμαζε να γίνει όπως οι άλλες κοπέλες γύρω της. Πάντα όμως κάτι της τράβαγε την προσοχή και δεν καθόταν ήσυχη. Και πέταγε τα γυναικεία παπούτσια και περπατούσε ξυπόλητη για να φτάσει πιο γρήγορα παντού και τα μαλλιά της ανακατεύονταν, τα χέρια της γέμιζαν γρατσουνιές και τα καλά της ρούχα σκίζονταν. Και αυτό δεν άρεσε σε όσους γνώριζε και της το έλεγαν. Γιατί δεν μπορούσε και αυτή να είναι σαν τις άλλες κοπέλες; Χωρίς ξαναμμένα μάγουλα και με όμορφα παπούτσια. Αυτή όμως δεν μπορούσε. Οπότε συνέχισε να τρέχει για να είναι ευτυχισμένη. Αλλά μόνη της. Έως ότου μια μέρα, πολύ προβληματισμένη, ανέβηκε στο αγαπημένο της βουνό. Ήταν ένα μαγικό βουνό, που εκεί ζούσαν τα πολύ παλιά χρόνια οι πρώτοι θεοί του βασιλείου. Ένα βουνό αγαπημένο από όλους τους δρομείς, αφού σε αυτό το βουνό γινόντουσαν και πολλοί όμορφοι αγώνες. Αφού ανέβηκε στην κορυφή και πέρασε πολύ ωραία, πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Η φύση, τα ζώα και τα πουλιά ήταν όμως τόσο όμορφα που ξεχάστηκε και την έπιασε η νύχτα. Και το μονοπάτι ήταν μακρύ και οι πρόποδες ήταν ακόμα μακριά. Τότε άκουσε κάποιον δίπλα της να της λέει: Θέλεις να κατέβουμε τρέχοντας μαζί; Αυτή ήταν η πιο ωραία ερώτηση που είχε ακούσει ποτέ από κάποιον. Η κοπέλα δεν ήξερε αν έπρεπε να τον ακολουθήσει αφού δεν τον ήξερε καθόλου. Ήταν όμως πραγματικά η πιο ωραία ερώτηση που είχε ακούσει ποτέ. Οπότε αποφάσισε να τον εμπιστευτεί και να τρέξουν μαζί. Και άρχισαν να τρέχουν μαζί έως τους πρόποδες του βουνού. Και την επόμενη μέρα συνέχισαν να τρέχουν μαζί και στην παραλία. Και τους επόμενους μήνες σε όλο το βασίλειο. Τόσο πολύ τους άρεσε να τρέχουν μαζί, που πήγαιναν να τρέξουν και σε άλλα μακρινά βασίλεια. Και η κοπέλα είδε ότι τα ανακατεμένα μαλλιά και τα λασπωμένα παπούτσια ήταν επιτέλους σωστά για κάποιον. Και συνέχισαν να τρέχουν μαζί για χρόνια. Μέχρι που αποφάσισαν ότι ήθελαν να παντρευτούν. Για να ζήσουν αυτοί καλά και να ευχηθούν σε όλους εσάς τους δρομείς να ζήσετε καλύτερα. Και κυρίως να σας πουν το εξής: Όταν κάποιος κάποια στιγμή έρθει να σας ρωτήσει αν θέλετε να τρέξετε μαζί και σκεφτείτε ότι είναι η πιο ωραία ερώτηση που έχετε ακούσει ποτέ, μην διστάσετε. Τότε και μόνο τότε πρέπει να πείτε χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς να ζυγίσετε τα πρέπει και τα μη, χωρίς να κολλήσετε σε συμβάσεις, προβλήματα, διλήμματα, χωρίς κανέναν δισταγμό, ένα απλό και ξεκάθαρο, ναι!
Δημοσίευση στο Runner νο. 81, της Χριστίνας Φωτεινοπούλου