Πότε ήταν η τελευταία φορά που γελάσατε δυνατά; Που χειροκροτήσατε με όλη σας την καρδιά; Που τρέξατε μέχρι να σωριαστείτε από την εξάντληση, που μυρίσατε τη φύση, που νιώσατε τα μάγουλά σας να καίνε από την προσπάθεια;
Για τους περισσότερους ενήλικες δρομείς από εμάς, η απάντηση λογικά θα είναι την τελευταία Κυριακή στον τάδε αγώνα, τότε που έτρεξα με τους φίλους μου. Τότε που χειροκρότησα την Ελιάνα, γιατί βγήκε πάλι πρώτη στην κατηγορία της και γέλασα με τον Κώστα που τερμάτισε με τούμπα και φωνές και ζητωκραύγασα την Αλεξάνδρα που τερμάτισε λεχώνα σε αντίστοιχο χρόνο με αυτόν πριν από τη γέννα. Και στον τερματισμό με περίμεναν τα παιδιά μου και τρέξαμε τα τελευταία μέτρα μαζί. Αληθινές σκηνές που κάποιοι τυχεροί από εμάς μπορούμε να τις ζούμε ξανά και ξανά.
Νιώθοντας αυτά τα συναισθήματα κάθε φορά που τρέχω, είτε σε προπόνηση είτε σε αγώνα, έχω συχνά αναρωτηθεί γιατί δεν ξέρει όλος ο κόσμος αυτό το «μυστικό» της ευτυχίας και της νεότητας. Ίσως δεν τους έχει δοθεί η ευκαιρία, σκέφτομαι. Στο κάτω κάτω, από τότε που ήμουν μικρή, θυμάμαι τον εαυτό μου να περιμένω τις Κυριακές με ανυπομονησία, ακριβώς γιατί πήγαινα με τους γονείς μου σε αγώνες ή σε αθλήματα έξω στη φύση. Και θυμάμαι την απορία μου την Δευτέρα στο σχολείο, όταν τα υπόλοιπα παιδάκια μου έλεγαν για κάτι που είχαν δει στην τηλεόραση, ενώ εγώ ήθελα να τους πω για τη μέρα μου στην εξοχή.
Ίσως αυτοί οι άλλοι που δε διασκεδάζουν τώρα πια στην δική μου ηλικία σαν μικρά παιδιά, που δεν βγαίνουν έξω να τρέξουν με όλη τους την ψυχή, να μυρίσουν την άνοιξη που έρχεται ολοταχώς, να είναι αυτοί οι άλλοι, που έβλεπαν τις Κυριακές τις σειρές στην τηλεόραση. Ίσως να μην ξέρουν ότι έχει πλάκα ακόμα σε αυτήν την ηλικία να τρέχουν, ίσως να βαριούνται να λερωθούν και να ιδρώσουν, ίσως να μισούν το λαχάνιασμα και τα λερωμένα ρούχα. Και θα έχουν δίκιο, γιατί έτσι μεγάλωσαν, έτσι έμαθαν και στο κάτω κάτω έτσι τους αρέσει.
Γνωρίζοντας, όμως, πόσο ωραία γίνεται η ζωή, όταν τρέχεις σαν παιδί και γελάς με την καρδιά σου, επιβραβεύεις τις προσπάθειες των συναθλητών σου, νιώθεις τον καθαρό αέρα στα πνευμόνια σου και σηκώνεσαι βρέξει χιονίσει να ολοκληρώσεις μια προπόνηση, γιατί ξέρεις ότι έτσι θα έχεις καλά αποτελέσματα, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ένα πράγμα. Αυτήν τη γνώση θέλω να την περάσω στην κόρη μου.
Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς που ζούμε, δεν ξέρω αν θα καταφέρω να της αφήσω κάτι να χαρεί μετά το θάνατό μου. Δεν ξέρω αν θα καταφέρω να της αφήσω κάποια περιουσία, κάποιο σπίτι ή κάποιο πίνακα. Αυτά άλλωστε είναι υλικά αγαθά και η σημασία τους φθίνει. Θέλω, όμως, να της αφήσω τη γνώση ότι υπάρχει ένας τρόπος να συνεχίσει να χαίρεται σαν μικρό παιδί, ακόμα και όταν μεγαλώσει και ωριμάσει.
Τις Κυριακές, λοιπόν, της φοράω το κολάν της και τα αθλητικά της παπούτσια, τα ολόιδια με τα δικά μου, αλλά δεκαπέντε νούμερα μικρότερα, την παίρνω αγκαλιά και την πάω για τρέξιμο. Έξω, μαζί με όλους τους μεγάλους σαν εμένα που όμως ξέρουν ακόμα να τρέχουν και να γελούν σαν μικρά παιδιά!
Δημοσίευση στο Runner 104, της Χριστίνας Φωτεινοπούλου