Ο απίθανος δρομέας, Εμίλ Ζάτοπεκ
Είναι ένας από τους θρύλους των αποστάσεων που έχει αφήσει ιστορία για πολλούς λόγους.
Ο Εμίλ Ζάτοπεκ γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου του 1922 και έγινε γνωστός όχι μόνο για τις μεγάλες νίκες του αλλά και για τον ιδιαίτερο τρόπου που έτρεχε που τον έκανε γνωστό ως ο “άνθρωπος ατμομηχανή”.
Ο Τσέχος δρομέας το 1948 κέρδισε τα 10.000μ. και ήταν δεύτερος στα 5.000μ. στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στη διοργάνωση του Ελσίνκι κέρδισε τρία χρυσά μετάλλια με ολυμπιακά ρεκόρ σε διάστημα μόλις οχτώ ημερών! Συγκεκριμένα, ήταν πρώτος στα 5.000μ., στα 10.000μ. και στον Μαραθώνιο!
Μάλιστα ήταν και ο πρώτος αθλητής στην ιστορία που έσπασε το φράγμα των 29 λεπτών στα 10.000μ., αλλά και το φράγμα της μίας ώρας στα 20χλμ., κι όλα αυτά πριν από 70 και πλέον χρόνια!
Φυσικά είχε κι άλλες διακρίσεις αφού είχε κερδίσει αρκετά χρυσά μετάλλια σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, ενώ συνολικά κατέρριψε 18 φορές Παγκόσμια ρεκόρ!
Νέες ιδέες στην προπονητική
Ο Ζάτοπεκ που γεννήθηκε στην πόλη Κοπρίβνιτσε της τότε Τσεχοσλοβακίας, και τώρα της Τσεχίας, άρχισε να ασχολείται κοντά στα 20 του χρόνια με το τρέξιμο έχοντας ως πρότυπο τον μεγάλο Φινλανδό δρομέα, Πάαβο Νούρμι.
Έγινε γνωστός γιατί προπονιόταν σκληρά με πολύ προχωρημένες ιδέες για την εποχή στην προπονητική.
Ήταν από τους πρώτους που εισήγαγαν τη διαλειμματική προπόνηση στο πρόγραμμά του. (δείτε εδώ περισσότερα).
Ο Zatopek εφάρμοζε δικά του προπονητικά μοντέλα, τα οποία περιελάμβαναν αμέτρητες επαναλήψεις σε διάφορα εδάφη και συνθήκες. Ενίοτε, μάλιστα, έτρεχε με τα στρατιωτικά άρβυλα για να αυξήσει τη δύναμή του.
Η πιο συνηθισμένη του προπόνηση περιελάμβανε κομμάτια των 400μ., με ενδιάμεσα 200μ. jogging ανάμεσά τους, ενώ στην αρχή και στο τέλος εκτελούσε μερικά γρήγορα κομμάτια των 150 ή 200μ. (5×200, 20×400, 5×200).
Πιστεύοντας ότι αυτό που έπρεπε να βελτιώσει ήταν «η ταχύτητα και η αντοχή», συνέχισε με αυτό το μοντέλο της προπόνησης, αυξάνοντας μάλιστα τον όγκο της προπόνησης ακόμα περισσότερο, φτάνοντας την στα άκρα και αλλάζοντας την αντίληψη της εποχής σχετικά με το πόσο μπορεί να αντέξει και να προπονηθεί ο άνθρωπος.
Τα πέντε 200άρια στην αρχή, έφτασαν να γίνουν είκοσι, τα είκοσι 400άρια σαράντα και τα πέντε τελευταία 200άρια, επίσης, είκοσι, ενώ ο συνολικός όγκος της εβδομαδιαίας προπόνησης μπορούσε να φτάσει και τα 230χλμ.!
Ωστόσο, είχε αντιληφθεί την αξία του περιοδισμού και του φορμαρίσματος, αφού υποστήριζε πως μετά από μερικές πολύ δυνατές εβδομάδες ο όγκος σταδιακά έπρεπε να πέσει για μερικές ακόμα εβδομάδες μέχρι τον αγώνα.
Όλη του η προπόνηση βασιζόταν σε αυτές τις επαναλήψεις των 400μ. και 200μ. Όποτε αισθανόταν ότι η αντοχή του ήταν μειωμένη, τότε αύξανε τον αριθμό των επαναλήψεων των 400μ., ενώ όποτε αισθανόταν ότι έχανε την ταχύτητά του, αύξανε τις επαναλήψεις των 200μ.
Φυσικά, εκτελούσε κι άλλα είδη προπονήσεων στο πλάνο του, όπως ελεύθερο τρέξιμο στο βουνό, ενδυνάμωση και διάφορες ασκήσεις, ωστόσο, ήταν από τους πρώτους που έβαλε τον παράγοντα διαλειμματική για τα καλά στο πρόγραμμά του.
Η γνωστή εργοφυσιολόγος Veronique Billatt προσπάθησε να εξηγήσει την προπόνηση του Zatopek (Interval training for performance: a scientific and empirical practice. Special recommendations for middle and long distance running).
Υποστήριξε πως η ταχύτητα που εκτελούσε τις επαναλήψεις των 400μ., ήταν κοντά σε αυτό που λέμε Critical Velocity, δηλαδή, σε ένα ρυθμό ελάχιστα πιο γρήγορο από το γαλακτικό κατώφλι, αλλά πιο αργό από το ρυθμό του ρεκόρ των 10.000μ.
Η ταχύτητα, αυτή ήταν πιο πολύ «αερόβια», κοντά σε αυτό που λέμε tempo run. Επομένως, ο Ζάτοπεκ έκανε ακριβώς αυτό που σκεφτόταν: Έτρεχε για περισσότερη ώρα στην ένταση του tempo run από αυτή που θα μπορούσε να τρέξει συνεχόμενα.
Ο γάμος με την “ακοντίστρια”
Ο Τσέχος δρομέας παντρέυτηκε και έζησε μέχρι το τέλος του με την συμπατριώτισσά του, Ντάνα Ζατόπκοβα, η οποία ήταν διακεκριμένη αθλήτρια του ακοντισμού.
Μάλιστα οι δύο τους είχαν γεννηθεί την ίδια μέρα!
Έμεινε στην ιστορία
Ο Εμίλ Ζάτοπεκ έφυγε από τη ζωή στις 21 Νοεμβρίου 2000 σε ηλικία 78 ετών έχοντας γράψει με χρυσά γράμματα το όνομά του στην αθλητική ιστορία.
Δεν ήταν μόνο οι διακρίσεις του, αλλά και η αυταπάρνησή του και η αγάπη του για την προπόνηση που τον έκανε γνωστό κι αγαπητό, και πρότυπο για χιλιάδες δρομείς σε όλο τον κόσμο.
Μάλιστα μετά το θάνατό του τιμήθηκε με το μετάλλιο Πιέρ ντε Κουμπερτέν.