Το άρθρο της Χριστίνας Φωτεινοπούλου από τις «Ιστορίες του δρόμου» όπου «τα πάντα είναι σχετικά».
Κάθε αθλούμενος άνθρωπος περνάει φάσεις στην προπόνησή του. Κάποιες φορές βρισκόμαστε σε φάση σκληρής προπόνησης και διατροφής και κάποιες άλλες φορές χαλαρώνουμε και βρισκόμαστε σε φάση ανάπαυλας και συντήρησης. Πάντα, όμως, όταν μιλάμε για αθλούμενους, μιλάμε για ανθρώπους που προσέχουν την ποσότητα και την ποιότητα της διατροφής τους.
Αυτός είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένος κανόνας. Όπως επίσης, αντίστοιχα γνωστό είναι και ότι όλοι οι κανόνες παύουν να ισχύουν για τα πρώτα χρόνια που αποκτάς παιδιά.
Γιατί όταν συμβεί αυτό, ξαφνικά πρέπει οι δικές τους ανάγκες να έρχονται πρώτες. Και με έκπληξη διαπιστώνεις ότι παρόλο που σε εσένα αρκούν κάτι μαρουλόφυλλα για βραδινό, ώστε να είσαι ανάλαφρη να βγεις να τρέξεις το πρωί με την αυγούλα, τα μικρά δεν θα συμφωνήσουν με αυτήν την επιλογή. Επίσης, άμεσα κάνεις άλλη μία τρομακτική διαπίστωση: Τα πιτσιρίκια έχουν διαβολικό μεταβολισμό, άρα ό,τι και να φάνε μετά από μία ώρα θα πεινάνε. Και φυσικά χωρίς να παχαίνουν ποτέ.
Το αποτέλεσμα των παραπάνω, είναι ότι ξαφνικά στα σαράντα μου, στην ηλικία που υποτίθεται ότι πρέπει να προσέχω διπλά για να διατηρώ το βάρος μου, έχω πάντα φαγητό παντού. Στο ψυγείο, στην κουζίνα, στο σαλόνι, στις εκδρομές, ακόμα και στη δουλειά αφού πάντα υπάρχουν κάποια αποφάγια που, ως μάνα που έχει βασανιστεί να μαγειρέψει και ως υπεύθυνος πολίτης μιας γης σε επισιτιστική κρίση, ξέρω ότι είναι κρίμα να πεταχτούν. Και το ακόμα χειρότερο; Εκεί που στο σπίτι δεν έμπαιναν σχεδόν ποτέ ζυμαρικά και ποτέ μα ποτέ σοκολάτες, τώρα έχουν την τιμητική τους.
Την πιο επικίνδυνη, λοιπόν, ώρα για παρασπονδίες, κατά τις 7:30 το βράδυ που επιστρέφω πεινασμένη σαν αρκούδα από τη δουλειά, τα μικρά αρκουδάκια επίσης πεινάνε και απαιτούν το βραδινό τους. Και τι είναι η μαμά αρκούδα για να μην φάει και αυτή; Κανένας ήρωας που μπορεί να αντιστέκεται εσαεί; Σίγουρα όχι, θα πω εγώ. Έτσι, τώρα πια το βράδυ, εξαιρετικά συχνά πιάνω τον εαυτό μου να τρώει από την καταραμένη κατσαρόλα.
Ευτυχώς έχω τη συναίσθηση ότι δεν είμαι πέντε ετών και ότι λίγα μακαρόνια και ένα σοκολατάκι δεν είναι τόσο αθώα όσο ακούγονται. Οπότε πλέον που τα παιδιά είναι δύο σε αριθμό και οι πειρασμοί πολλαπλασιάζονται με την ημέρα, έχει γίνει το εξής καταπληκτικό. Ενώ θεωρώ ότι δεν μπορώ να πάρω τα πόδια μου από την κούραση, οι τύψεις για το επιπλέον φαγητό που τρώω είναι τόσες πολλές που δεν υπάρχει περίπτωση να πάω για ύπνο χωρίς να προσπαθήσω να το «κάψω» τρέχοντας. Γιατί δεν έχει υπάρξει πιο ισχυρό κίνητρο για τρέξιμο, από το φόβο του να γίνω ένας υπερμεγέθης κεφτές του καναπέ.
Το αποτέλεσμα είναι ότι το συγκεκριμένο είδος του βραδινού, ακριβώς λόγω της κατάφωρης ακαταλληλότητάς του, με έκανε να αγνοήσω την κούραση της ημέρας και να αρχίσω να προπονούμαι ξανά τακτικά. Και όπως με όλα τα πράγματα, η συχνότητα σε κάνει όλο και καλύτερο, οπότε τώρα έχω αρχίσει να μην σέρνομαι μετά το γραφείο από την κούραση και να βγαίνουν πιο εύκολα οι βραδινές προπονήσεις.
Έπρεπε, λοιπόν, να φτάσω να γίνω κι εγώ μεσήλικας για να διαπιστώσω ιδίοις όμμασι ότι τα πάντα είναι σχετικά. Αυτό το οποίο θα μπορούσε να με καταστρέψει, δηλαδή η προσθήκη τόσου φαγητού στην καθημερινότητά μου, έγινε το δυνατότερο εργαλείο μου για την επιστροφή μου στις τακτικές προπονήσεις. Είμαι, βέβαια, σίγουρη ότι κάτι άλλο είχε ο Αϊνστάιν στο μυαλό του όταν διατύπωνε τη θεωρία της σχετικότητας, αλλά είμαι μια μεσήλικη κουρασμένη μάνα δρομέας που έχει να πάει να κάψει τρεις παιδικές σοκολάτες πάνω στο διάδρομο, οπότε για την ώρα θα αγνοήσω την καμπύλωση του τίποτα και το μετασχηματισμό του από τον εγκέφαλο μας σε ύλη, για τη δική μου κάπως απλούστερη και κατ’ εμέ σίγουρα σωστή, ερμηνεία της σχετικότητας.
Δημοσίευση στο Runner 131 στη στήλη Ιστορίες του δρόμου, της Χριστίνας Φωτεινοπούλου